Δευτέρα 28 Μαΐου 2012

Η μελέτη της ιστορίας χρειάζεται να γίνεται όχι ως διδαχή αλλά ως θεωρία.

 του Κώστα Μελά.
Το ερώτημα ευρώ ή δραχμή έχει για την ώρα απαντηθεί με όλους τους τρόπους από την μέγιστη πλειοψηφία του ελληνικού λαού αλλά και από την πλειοψηφία των κομμάτων που εκπροσωπηθήκαν στη Βουλή των Ελλήνων μετά τις τελευταίες εκλογές της 6ης Μαΐου 2012. Οι Έλληνες πολίτες επιθυμούν να παραμείνουν στο Ευρώ . Οι λόγοι είναι πολλοί και διάφοροι . Λόγοι οικονομικοί και λόγοι γεωπολιτικοί. Λόγοι πραγματικοί και λόγοι συμβολικοί. Το φαντασιακό ενός λαού αποτελεί και επί της ουσίας και την πραγματικότητά του, επιδεχόμενο αλλαγές μόνο μακροχρονίως .
Επίσης έχει εξηγηθεί επί μακρόν και σχεδόν εξαντλητικά ότι η έξοδος από το ευρώ θα προκαλέσει μια σαφώς χειρότερη κατάσταση από αυτή που ζούμε τώρα και όταν θα βρεθεί το σημείο ισορροπίας (ο πάτος του βαρελιού) αυτό θα είναι με πάσα πιθανότητα σε χαμηλότερο επίπεδο από αυτό που προσφέρει το ευρώ. Τούτο θα συμβεί διότι οι οικονομικές συνέπειες μιας εξόδου θα επιβαρυνθούν από το επιπλέον κόστος προσαρμογής (πολιτικό, κοινωνικό, ασφάλειας, δυσλειτουργιών του κράτους, αλλαγές νοοτροπίας , σοκ της αλλαγής).
Όμως αυτή η προτίμηση  του ελληνικού λαού συγκρούεται εμφανώς με την οικονομική και την κοινωνική κατάσταση που έχει διαμορφωθεί σήμερα στην χώρα με την επιβολή του Μνημονίου . Ο ελληνικός λαός δεν επιθυμεί το Μνημόνιο (όμως φαίνεται να λησμονεί  τους λόγους που οδηγηθήκαμε σε αυτό ). Μάλιστα ένα Μνημόνιο το οποίο αποδεικνύεται στην πράξη ότι είναι απολύτως αναποτελεσματικό σε σχέση με τους στόχους που το ίδιο έχει θέσει , δεδομένου ότι οι συντάκτες του δεν γνωρίζουν στοιχειωδώς τις ιδιομορφίες και τις ιδιοτυπίες της ελληνικής οικονομίας  και οι ντόπιοι σύμβουλοι τους εξυπηρετούν στενά τα συμφέροντά τους και τις προσωπικές ανιστόρητες εμμονές τους.   Άλλωστε κανένας λαός στον κόσμο δεν θα επιθυμούσε οποιοδήποτε Μνημόνιο που του στερούσε σημαντικότατα ποσά του εισοδήματος του και της ευημερίας του. Η σύγκρουση που εξελίσσεται στο ελληνικό αλλά και στο ευρωπαϊκό σκηνικό έχει ως αντικείμενο την ύπαρξη δυνατότητας να τεθεί εν αμφιβόλω το Μνημόνιο με δραστικές  πράξεις εκ μέρους της ελληνικής κυβερνήσεως   και αν συμβεί αυτό πως θα αντιδράσουν οι δανειστές – εταίροι μας.    
Δύο απόψεις έχουν διαμορφωθεί , η πρώτη που υποστηρίζει ότι η δραστική νομική παρέμβαση από την μεριά της ελληνικής κυβέρνησης οδηγεί ευθέως στην έξοδο από το ευρώ διότι οι εταίροι μας δεν εμφανίζονται διατεθειμένοι να δεχθούν την κατάργηση του Μνημονίου και συνεπώς θα αντιδράσουν αρνούμενοι να εκτελέσουν τις υποχρεώσεις τους αναφορικά με τη δανειακή σύμβαση και θα σταματήσουν την χορήγηση των συμφωνημένων πόρων , κάτι που εκ των πραγμάτων θα εξαναγκάσει την ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει σε έκδοση νέου νομίσματος , αν όχι την επομένη αλλά σε διάστημα βραχυχρόνιο, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις επιτακτικές ανάγκες της οικονομίας και του τραπεζικού συστήματος. Τα ποσά που εισρέουν για τις ανάγκες της πραγματικής οικονομίας είναι περίπου 10-12 δις ευρώ, αλλά σε αυτά πρέπει να συμπεριληφθούν οι ροές μέσω του συστήματος   Target 2 του συστήματος της ΕΚΤ  που υποστηρίζουν το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών το οποίο ανέρχεται σε περίπου 10,0% του ΑΕΠ. Ακόμα θα πρέπει να προβεί σε μορατόριουμ μονόπλευρο της πληρωμής των υποχρεώσεων προς τους δανειστές. Μάλιστα  προς τις χώρες της ευρωζώνης με την οποία οι εμπορικές μας σχέσεις καλύπτουν το 50,0% περίπου των συναλλαγών μας αλλά και με τους οποίους συμμετέχουμε σε συνασπισμούς εξωτερικής ασφάλειας και σε ότι άλλο συνιστά αυτό που ονομάζουμε διεθνείς και ευρωπαϊκούς θεσμούς .    
Η δεύτερη άποψη η οποία επιθυμεί την άμεση καταγγελία του Μνημονίου , φαίνεται ότι βασίζει τη λογική της , αφενός μεν στην ζοφερή κατάσταση  που έχει δημιουργήσει η εφαρμογή του Μνημονίου (υπάρχει μια ανόητη άποψη που διαχωρίζει  το αν φταίει αυτό καθ’ αυτό το μνημόνιο ή η εφαρμογή του, κάτι που δεν θα έπρεπε καν να αναφέρεται όταν πρόκειται για προγράμματα που αφορούν κοινωνίες με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά , συνήθειες αλλά και αντικειμενικά οικονομικά μεγέθη ) αλλά κυρίως στην εντύπωση ότι οι ευρωπαίοι είναι αδύνατον να προβούν σε διακοπή της χρηματοδότησης και «σπρώξιμο» της Ελλάδος εκτός ευρώ , διότι το κόστος θα είναι τεράστιο και επί της ουσίας οδηγεί με σχεδόν μαθηματική ακρίβεια στην διάλυση του ίδιου του ενιαίου νομίσματος.
Το παιχνίδι είναι επικίνδυνο , πολύ επικίνδυνο και δημιουργεί όλες εκείνες τις προϋποθέσεις μιας αυτοπαγίδευσης σε μια ρητορική η οποία εμφανίζεται σίγουρη επειδή ακριβώς δεν αντιλαμβάνεται ότι υπάρχουν πολλαπλά όπλα στα χέρια του αντιπάλου  ,  και κυρίως αυτά που κατά κόρον έχουν χρησιμοποιήσει κατά τη διάρκεια ύπαρξης του ελληνικού κράτους και όχι μόνο. Η μελέτη της ιστορίας χρειάζεται να γίνεται όχι ως διδαχή αλλά ως θεωρία.   
Κ. Μελάς  28.05.2012