Παρασκευή 13 Ιουλίου 2012

Ιστορίες από την περίοδο της Δημοκρατία της Βαϊμάρης.(3)

του Κώστα Μελά.

Στις 23 Ιουνίου 1919 το γερμανικό κοινοβούλιο κλήθηκε να λάβει μια πολύ δύσκολη απόφαση , αν θα δεχτεί το τελεσίγραφο των Συμμάχων για την αποδοχή άνευ όρων της Συνθήκης των Βερσαλλιών της οποίας οι όροι ως γνωστόν ήταν τουλάχιστον εξοντωτικοί για την Γερμανία. Στην Γερμανική Βουλή είχε αναπτυχθεί από τη μεριά των κομμάτων της Δεξιάς (Εθνικιστικής και Λαϊκής) μια έντονη αντίθεση στην αποδοχή της συνθήκης των Βερσαλλιών με βάση όχι τα καταστρεπτικά αποτελέσματα στον οικονομικό και κοινωνικό τομέα , αλλά κυρίως αιτιάσεις που αναφέρονταν στην καταρράκωση και την προσβολή της    εθνικής υπερηφάνειας και στην προσπάθεια υποδούλωσης του εθνικού χώρου. Στα επιχειρήματα που επιστρατεύτηκαν το βασικό ήταν η προδοσία και συγκεκριμένα ο καταλογισμός στα κόμματα που αποδέχονταν την συνθήκη «έλλειψη πατριωτικών κινήτρων».  Αυτή η πολιτική δημιουργούσε εμπόδια σε πολλούς βουλευτές των κομμάτων του Κέντρου να προχωρήσουν στη ψήφιση της συνθήκης. Ο χαρακτηρισμός του μη-πατριώτη , ήταν βαρύς ειδικά για όσους είχαν λάβει μέρος στον παγκόσμιο πόλεμο που μόλις είχε τελειώσει.  Μόνο όταν οι ηγεσίες των δύο Δεξιών κομμάτων, του Γερμανικού Λαϊκού Κόμματος (4,4% των ψήφων) και του Γερμανικού Εθνικού Λαϊκού Κόμματος ( 10,3% των ψήφων)  διακήρυξαν δημόσια  την «ρητή αναγνώριση των πατριωτικών κινήτρων» όσων βουλευτών θα ψήφιζαν υπέρ της συνθήκης  τα κεντρώα Κόμματα αποφάσισαν να ψηφίσουν υπέρ της συνθήκης . Η στροφή των δεξιών κομμάτων ήταν συνέπεια , κατά πάσα πιθανότητα της εκτίμησης του Γερμανικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας, ότι οποιαδήποτε προσπάθεια  στρατιωτικής αντίδρασης ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία. Επίσης όπως συχνά συμβαίνει σε παρόμοιες καταστάσεις , υπάρχει ή παράγεται ένας πολιτικός καιροσκοπισμός μιας και η υπερψήφιση της συνθήκης ήταν εξασφαλισμένη με δεδομένη την εκφρασθείσα βούληση των κομμάτων της πλειοψηφίας.  Τα κεντρώα κόμματα ήσαν :
-          Τα κόμματα του πολιτικού καθολικισμού: το Κόμμα του Κέντρου και   το Βαυαρικό Λαϊκό Κόμμα , τα οποία είχαν αποσπάσει το 19,7% των ψήφων.
-          Το Γερμανικό Δημοκρατικό Κόμμα ,κόμμα του λεγόμενου αριστερού Φιλελευθερισμού , είχε λάβει το 18,5% των ψήφων.
Μετά από αυτές τις εξελίξεις υπέρ της Συνθήκης των Βερσαλλιών ψήφισαν:
-          Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (37,9% των ψήφων)
-          Το Ανεξάρτητο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (7,6% των ψήφων)
-          Η πλειοψηφία των βουλευτών του Κόμματος του Κέντρου
-          Η μειοψηφία των βουλευτών του Γερμανικού Δημοκρατικού Κόμματος.
Είναι γεγονός ότι υπήρχε μια μεγάλη εθνική αγανάκτηση για την εξαναγκαστική επιβολή της συνθήκης από τους νικητές του πολέμου η οποία διευρύνθηκε με τον τρόπο που πολιτεύθηκαν τα κόμματα της Δεξιάς αλλά και εν μέρει και οι Σοσιαλδημοκράτες. Δεν ήταν οι καθημερινές δηλώσεις ενάντια στη συνθήκη , δηλώσεις για αντεκδίκηση με την πρώτη ευκαιρία, αλλά και έμπρακτη «παθητική αντίδραση» εκεί που από τη Συνθήκη η Γερμανία ήταν υποχρεωμένη να παραδίδει ορυκτό πλούτο ή άλλα προϊόντα στους Συμμάχους (περίπτωση της καταληφθείσας κατά το ήμισυ Ρηνανίας). Όμως η ιδεολογική βάση , που στήριξε ολόκληρο το συλλογικό φαντασιακό του γερμανικού λαού ήταν η απόκρυψη της αλήθειας , από ολόκληρο το πολιτικό φάσμα, για τους υπεύθυνους της κήρυξης του Α. ΠΠ. Ορθώθηκε ένας τείχος υπέρ της πολεμικής αθωότητας της Γερμανίας ,καθαρό επιχείρημα της «εθνικόφρονος»  (μοναρχικής) Δεξιάς, και ενάντια στο «μύθο της πολεμικής ενοχής». Εμπρός σε αυτό το επιχείρημα όλα τα κόμματα του κοινοβουλίου σιώπησαν. Οι λίγες φωνές που αντιστάθηκαν δεν ήταν σε θέση να μετατοπίσουν το συλλογικό φαντασιακό ενός λαού που δεν ήθελε ή δεν τον άφησαν να κατανοήσει τα σφάλματα της προηγούμενης πολιτικής ηγεσίας του  και τις τρομακτικές ευθύνες που της αναλογούσαν στη μεγαλύτερη καταστροφή που είχε συμβεί στην ανθρωπότητα μέχρι τότε.  Αργότερα, και σιγά –σιγά  διογκώθηκε και το άλλο επιχείρημα της Γερμανικής Δεξιάς , η πισώπλατη μαχαιριά που δέχθηκε ο γερμανικός στρατός  μέσα από την πατρίδα του , και έτσι ό «ανίκητος γερμανικός στρατός» ηττήθηκε.   Το ότι πρόκειται για έναν εύστοχα καλλιεργημένο μύθο , δεν υπάρχει καμία αμφιβολία. Σύμφωνα με  ιστορικές μελέτες «η Γερμανία  μαχαιρώθηκε θανάσιμα στο στήθος και όχι στην πλάτη»[1]. Αλλά αυτά αφορούν περισσότερο τους ιστορικούς και τις μελέτες τους. Εμείς απλά καταγράφουμε στιγμές,  ομολογουμένως από μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα περίοδο της σύγχρονης ευρωπαϊκής ιστορίας[2].


[1] Niall Ferguson, Ο Πόλεμος στον Κόσμο, Ιωλκός 2007, Τόμος Α’ ,σ.275

[2] Την άποψή μας για τη μελέτη της Ιστορίας την έχουμε υπαινιχθεί στο : Κ. Μελάς, Η μελέτη της ιστορίας χρειάζεται να γίνεται όχι ως διδαχή αλλά ως θεωρία. http://www.kostasmelas.gr/2012/05/blog-post_28.html

Πέμπτη 12 Ιουλίου 2012

Η δημοσιονομική προσαρμογή 2010-2011 .

 του Κώστα Μελά.

Σύμφωνα με τα υπάρχοντα οριστικά στοιχεία η  δημοσιονομική προσαρμογή που επετεύχθη  μεταξύ 2009 και 2011 ήταν σημαντική, ύψους €16,4 δισ. και προήλθε εξ ολοκλήρου από την πλευρά των δαπανών, ιδιαίτερα δε της Κεντρικής Κυβέρνησης (Πίνακας 1). Ειδικότερα, οι δαπάνες της Κεντρικής Κυβέρνησης μειώθηκαν κατά €13,8 δισ. (παρά την αύξηση των τόκων κατά €3,4 δισ.), των ΟΤΑ κατά €1,3 δισ. και των ΟΚΑ κατά €2,5 δισ.

 Αντίστοιχα τα έσοδα μειώθηκαν στο σύνολό τους κατά περίπου μισό δις € . Αναλυτικά εδώ παρουσιάζεται  αύξηση των εσόδων της Κεντρικής Κυβέρνησης η οποία όμως  υπερκαλύφθηκε κατά περίπου μισό δισ. από τη μείωση στα έσοδα των ΟΤΑ και των ΟΚΑ.
Επί της ουσίας αυτό που μας λένε οι αριθμοί . ex post, είναι ότι η μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων την περίοδο του Μνημονίου προήλθε μόνο από τη μείωση των δημοσίων δαπανών . Το γεγονός αυτό αποτελεί το καλύτερο επιχείρημα για όσους ακόμα και σήμερα ισχυρίζονται ότι το πρόγραμμα δεν έχει επιτυχία διότι δεν ήταν επικεντρωμένο στη μείωση των δαπανών αλλά επέβαλε μόνο φόρους οι οποίοι λειτουργούν αντιαναπτυξιακά. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν επιβλήθηκε τρομακτική φορολογική επιβάρυνση στα φυσικά και θεσμικά υποκείμενα σε σχέση με το έτος βάσης (2007). Απλά τα συνολικά έσοδα του Δημοσίου παρά την συντριπτική φορολογική επιβάρυνση των υποκειμένων το 2011 , υπολείπονται των αντίστοιχων του 2007 . Οι λόγοι είναι απλοί και γνωστοί. Πρώτος και καθοριστικός , η μεγάλη μείωση του ΑΕΠ και κατά συνέπεια της φορολογικής ικανότητας που συναρτάται από αυτό.  Δεύτερον , η αύξηση της φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής , λόγω της μείωσης της οικονομικής δραστηριότητα και της αύξησης της φορολογικής επιβάρυνσης. Τρίτον η χείριστη  διαχείρισης των φορολογικών υποθέσεων εκ μέρους  των εκάστοτε υπουργών  οικονομίας με τις συνεχείς παρατάσεις , περαιώσεις , εκπτώσεις και όλα τα συναφή. Η αδυναμία χρησιμοποίησης των ηλεκτρονικών μέσων διασταύρωσης των φορολογικών στοιχείων με στόχο τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης . Υπάρχουν βεβαίως και άλλοι. 

Μπορούμε να αναλύσουμε περαιτέρω το πώς εξελίχθηκαν τα μεγέθη των δαπανών και των εσόδων ανατρέχοντας στα στοιχεία του Πίνακα 1

Πίνακας 1.

Πηγές Δημοσιονομικής Προσαρμογής 2009-2011.

Δαπάνες






ΓΚ
ΚΚ
ΟΤΑ
ΟΚΑ
ΕΜ
Κατανάλωση
-7395
-5205
-969
-1221

Μισθοί
-4936
-4066
-201
-669

Φόροι
-84
-84



Επιδοτήσεις
-13
-13



Τόκοι
+3113
+3394
+15
+57
-353
Κοινωνικές Παροχές
-1936
-1260
821
-1507

Τρέχουσες Μεταβιβάσεις
-911
-1691
-94
+146
+728
Μεταβιβάσεις Κεφαλαίου
275
-896
+1
+810
+360
Επενδύσεις
-4980
-3945
-918
-117

Σύνολο Δαπανών
-16877
-13766
-1345
-2501
+735






Έσοδα





Προϊόν
-215
-242
-350
+377

Φόροι Παραγωγής –Δασμοί
+457
1648
-31
-1160

Έσοδα Περιουσίας
-97
163
+8
+85
+353
Φόροι Εισοδήματος-Περιουσίας
-1201
-1269
+22
+46

Εισφορές Κοινωνικής Ασφάλισης
-1955
-63
0
-1892

Τρέχουσες Μεταβιβάσεις
766
745
+484
-1191
-728
Φόροι Κεφαλαίου
-275
-266
-9


Μεταβιβάσεις Κεφαλαίου
1994
1994
-837
+477
-360
Σύνολο Εσόδων
-526
2710
-713
-3258
-735
   
Πηγή : ΙΟΒΕ, Η Ελληνική Οικονομία, Αριθμός  Τεύχους 68 , Ιούλιος 2012.

Το κύριο βάρος της προσαρμογής από τη μεριά των δαπανών ,για τη ΓΚ,  σήκωσαν κατά σειρά μεγέθους :
-          Η κατανάλωση του δημοσίου ,με ποσοστό 43,8% της συνολικής προσαρμογής.
-          Οι δημόσιες επενδύσεις , με 29,5%
-          Οι μισθοί , με ποσοστό 29,3%.
-          Οι κοινωνικές παροχές με 11,47%.
Αντιθέτως έχουμε αύξηση των τόκων που επιβαρύνουν σημαντικά τις δαπάνεςτην συγκεκριμένη περίοδο.
Η καταστροφική πορεία της ύφεσης στην ελληνική οικονομία δεν είναι ανεξάρτητη από την θελημένη και σκόπιμη μείωση των Δημοσίων επενδύσεων προκειμένου να καλυφθούν οι αστοχίες των κυβερνώντων και του προγράμματος . Η μείωση αυτή στέρησε από την ελληνική οικονομία τον μοναδικό τρόπο στήριξης αντίρροπων δυνάμεων στην υφεσιακή πολιτική που απέρρεε (και απορρέει) από το Μνημόνιο. Οι δημόσιες επενδύσεις ,και καθ’ ομολογία της Τραπέζης της Ελλάδος , έχοντας υψηλό πολλαπλασιαστή , αποτελούν την αιχμή του δόρατος στη μεγέθυνση του ΑΕΠ της χώρας. Παράλληλα  συμπαρασύρουν και τις ιδιωτικές επενδύσεις  είτε λόγω του ότι δημιουργούν τις απαραίτητες υποδομές και ως εκ τούτου μειώνουν το κόστος λειτουργίας μιας επένδυσης είτε  συμπράττοντας ως συνέταιροι για την κατασκευή νέων επενδυτικών σχεδίων.  Θεωρώ ότι η ασκούμενη πολιτική αναφορικά με τις δημόσιες επενδύσεις είναι καταστροφική για την χώρα και αποτελεί εκ των ων  ουκ άνευ  πρόβλημα για άμεση επίλυση. Η μείωση των καταναλωτικών δαπανών του δημοσίου , η μείωση των μισθών και η μείωση των κοινωνικών παροχών αποτελούν τους κύριους στόχους του προγράμματος στην κατεύθυνση μείωσης του λειτουργικού κόστους του ελληνικού κράτους. Η ιδεολογική  εμμονή που βρίσκεται ενσωματωμένη στο Πρόγραμμα στοχεύει σε μια λειτουργία του κράτους με πολύ χαμηλότερες δαπάνες από αυτές του 2009. Μιλά για δημοσιονομικές δαπάνες για το 2020, γύρω στο 32-34% του ΑΕΠ αντί του περίπου 46-47% κατά μέσο όρο των χωρών της ΕΕ.   
Σχετικά με τα έσοδα , είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι τη συγκεκριμένη περίοδο συλλέχθηκαν λιγότερα έσοδα από τότε που επιβλήθηκε το Μνημόνιο. Η υστέρηση του φόρου εισοδήματος και των εισφορών στην κοινωνική ασφάλιση είναι θεαματική , αλλά ήταν προβλέψιμη από όσους είναι προσγειωμένοι στην ελληνική πραγματικότητα αλλά και γνωρίζουν τα βασικά της οικονομικής θεωρίας. Όλοι οι άλλοι απλά σπέρνουν ανέμους και θερίζουμε εμείς θύελλες.  

Σάββατο 7 Ιουλίου 2012

Συνεχίζεται η κρίση της Ευρωζώνης . Η μόλυνση εξαπλώνεται.

του Κώστα Μελά.

Οι Κεντρικές Τράπεζες φαίνεται να αδυνατούν να κερδίσουν τη μάχη με τις αγορές. Αυτό με την προϋπόθεση ότι είναι βέβαιη αυτή η θέληση. Η ταυτόχρονη μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ, την Τράπεζα της Κίνας και την Τράπεζα της Αγγλίας  περιγράφει με σαφήνεια την κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας. Στις ΗΠΑ έχουμε ανεμική μεγέθυνση με το ποσοστό ανεργίας μπλοκαρισμένο στο 8,2%  λίγους μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές , κάτι που δυσχεραίνει σημαντικά τις κινήσεις της FED . Εκτός από τα προβλήματα με την ανεργία έχει να αντιμετωπίσει και την ισοτιμία του δολαρίου με το ευρώ , μη επιτρέποντας την μείωση   της αξίας του ευρωπαϊκού  νομίσματος κάτω από  1,22 δολάρια.  

Το πρόβλημα των ισπανικών τραπεζών έχει επανέλθει ενισχύοντας τον φόβο, που βεβαίως δεν μας εγκατέλειψε ποτέ , με τη μορφή της διάσωσης της Ισπανίας ως εθνική οικονομία και όχι μόνο με τη διάσωση των τραπεζικών ιδρυμάτων. Το ΔΝΤ κρούει τον κώδωνα του κινδύνου πλέον εκτός από την αναπτυγμένη δύση και για τις αναπτυσσόμενες δυναμικά οικονομίες της Κίνας, Ινδίας, Βραζιλίας και Ρωσίας. Η ευφορία για τους αισιόδοξους μετά τη σύνοδο της ΕΕ (28-29 Ιουνίου 2012) κράτησε μόνο τρεις ημέρες (οι δύο από αυτές ήταν Σαββατοκύριακο).  Η πραγματικότητα πήρε την εκδίκησή της , δείχνοντας με σαφή τρόπο ότι τίποτε δεν έχει αλλάξει την τελευταία εβδομάδα από τη σύνοδο.
Η Ισπανία προκειμένου να διαθέσει τα ομόλογά της πληρώνει περίπου 7,0% , κάτι που όπως όλοι γνωρίζουν είναι αβάσταχτο ως κόστος ,  μεσοπρόθεσμα.  Η νίκη του  Mario Monti επί της Angela Merkel σε τι συνίσταται λοιπόν;

Η δημιουργία του μηχανισμού «περιορισμού των
spread» ήδη άρχισε να μπάζει νερά ως θεωρητική σύλληψη , σκεφτείτε τι θα γίνει αν ποτέ πραγματοποιηθεί, όχι μόνο από τις χρηματοπιστωτικές αγορές , αλλά κυρίως από τους ίδιους τους ευρωπαίους και ειδικά τους Φιλανδούς – ποιος θα το περίμενε πριν από λίγα χρόνια – αλλά και τους συμμάχους της  Angela Merkel , Βαυαρούς χριστιανοκοινωνιστές του  Csu.Όπως φαίνεται δεν θα υπάρξουν οι μαζικές αγορές ιταλικών και ισπανικών ομολόγων έτσι ώστε να επέλθει η αποθέρμανση των αποδόσεων. Χειρότερο όμως είναι ότι δεν θα πραγματοποιηθεί ούτε η διάσωση των ισπανικών τραπεζών με τον τρόπο που υποτίθεται ότι είχα αποφασιστεί στη σύνοδο του Ιουνίου 2012.

Παράλληλα αργεί χαρακτηριστικά η ανακεφαλαιοποίηση των ισπανικών τραπεζών δεδομένου ότι πρέπει να δημιουργηθεί πρώτα ο πανευρωπαϊκός εποπτικός μηχανισμός του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Εδώ γεννιούνται νέα προβλήματα για τον αν αυτός ο μηχανισμός θα βρίσκεται στην αρμοδιότητα της ΕΚΤ , κάτι που ο   Mario Draghi  δεν επιθυμεί σε καμιά περίπτωση να συμβεί ,επικαλούμενος σύγκρουση συμφερόντων – από τη μια μεριά έσχατος δανειστής και από την άλλη επόπτης-  δυσκολεύοντας περαιτέρω τις εξελίξεις οι οποίες προοιωνίζονται μακριάς διαπραγμάτευσης.. Οι χρηματοπιστωτικές αγορές έχουν αντιληφθεί ότι πρόκειται για μια «λύση» που αν πραγματοποιηθεί θα απαιτήσει χρόνο κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Εν τω μεταξύ οι καμπάνες ηχούν λυπητερά για την Ισπανία. Οι απαισιόδοξοι , όπως η αφεντιά μου , για ακόμα μια φορά φαίνεται ότι έχουν δίκιο.

Η νομισματική πολιτική όπως είναι γνωστό έχει τα όρια της, μάλιστα η αποτελεσματικότητά της για τους στοιχειωδώς γνωρίζοντας εξαρτάται από τη φάση που βρίσκεται ο οικονομικός κύκλος και η κατάσταση της οικονομίας. Είναι γνωστό ότι η νομισματική πολιτική παρομοιάζεται με μια κλωστή με την οποία μπορείς να τραβήξεις δεν μπορείς να σπρώξεις. Δηλαδή όταν η οικονομία βρίσκεται σε υπερθέρμανση, απορροφώντας ποσότητα χρήματος (τραβώντας με τη κλωστή) μειώνεται η οικονομική δραστηριότητα  ενώ αντιθέτως όταν η οικονομία βρίσκεται σε ύφεση και μάλιστα βαθειά , η νομισματική πολιτική είναι ουσιαστικά ανίκανη από μόνη της να σπρώξει την οικονομία στη μεγέθυνση (με την κλωστή δεν μπορείς να σπρώξεις)[1].     Τα συμπεράσματα αυτά ενισχύονται περαιτέρω στην παρούσα κατάσταση με την υπάρχουσα αρχιτεκτονική του χρηματοπιστωτικού συστήματος αλλά και με την κατάσταση στην οποία η συγκεκριμένη αρχιτεκτονική το έχει οδηγήσει. Βρισκόμαστε σε μια κατάσταση κατά την οποία η κρίση που ταλανίζει το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα δεν του επιτρέπει να ασκεί τη βασική του λειτουργία ,να χορηγεί δάνεια στην πραγματική οικονομία. Η παρακράτηση της ρευστότητας από όλους τους ιδιωτικούς φορείς της οικονομικής δραστηριότητας και όχι μόνο από τις χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις – οι πολυεθνικές επιχειρήσεις διαθέτουν μεγάλη ρευστότητα – αποτελεί ίσως ένδειξη ότι βρισκόμαστε στα πρόθυρα της παγίδας ρευστότητας. Κάτι που επίσης συνάγεται από την παρατηρούμενη  μείωση της μεγέθυνσης σε παγκόσμιο επίπεδο , αλλά πρωτίστως στην αναπτυγμένη Δύση. Τα γεγονότα αυτά  δείχνουν περίτρανα την ανάγκη άσκησης οικονομικής πολιτικής η οποία να στηρίζεται σε άλλους πυλώνες- χωρίς βεβαίως αυτό να προεξοφλεί την επιτυχία του εγχειρήματος-     εκτός της νομισματικής πολιτικής η οποία προς το παρόν φαίνεται να έχει εξαντλήσει τη δυναμική της με επιτόκια των μεγαλυτέρων κεντρικών τραπεζών να κινούνται κοντά στο μηδέν.

Κώστας  Μελάς  07.07.2012


[1] Μια αναλυτική παρουσίαση για τα θέματα της Νομισματικής πολιτικής υπάρχει στο: Κ. Μελάς ,  Η Νομισματική Πολιτική στο Υπόδειγμα «Νέα Συναίνεση»  στο: http://www.kostasmelas.gr/2012/03/new-consensus-model_25.html