του Κώστα Μελά.
1.
Ανεβαίνοντας στο ικρίωμα , ο Λουδοβίκος ΙΣΤ φέρεται να είπε: «όλα τούτα διαφαίνονταν εδώ και δέκα χρόνια. Τι με οδήγησε στον εφησυχασμό;». Πόσοι άραγε των Ελλήνων σήμερα συλλογίζονται με παρόμοιο τρόπο με τον δυστυχή μονάρχη; Δεν το γνωρίζω. Όμως μέχρι να εκδηλωθεί η σημερινή κρίση είμαι σίγουρος ότι το σύνολο σχεδόν των ελλήνων ανεξαρτήτως κοινωνικών κατηγοριών και επιπέδου γνώσεων φαίνεται ότι τίποτε δεν είχαν αντιληφθεί : τόσο το πλατύ κοινό από τη μια, που δεν διέκρινε κανένα από τα γεγονότα που μεσολάβησαν , ζώντας ασυλλόγιστα, όσο και εκείνοι που αποτελούν την πολιτική και διανοητική αλλά και επιχειρηματική ηγεσία δεν προαισθάνθηκαν τη μοιραία τροπή των γεγονότων ,αλλά ο καθένας σύμφωνα με τη δική του οπτική δεν θέλησε ούτε μια στιγμή να μετριάσουν τον «οπτιμισμό» τους , αλλά αντιθέτως τον περιέβαλαν με ψευδείς και απατηλούς ενθουσιαστικούς λόγους.
Όλοι ωστόσο, γρήγορα, ένοιωσαν το έδαφος να υποχωρεί κάτω από τα πόδια τους, ενώ μέσα τους ωριμάζει το βασανιστικό ερώτημα που τους κατατρύχει εδώ και καιρό, μέρα και νύχτα: πως ενέσκηψε αυτό το ύπουλο κακό στη χώρα «όπου ανθεί η φαιδρά πορτοκαλέα». Δηλαδή : Πως την πάθαμε εμείς;
Η κρίση της χώρας μας , όπως και ανάλογες κρίσεις του παρελθόντος , χαρακτηρίζεται από μια απότομη πτώση από ένα πρωτόγνωρο στάδιο ανάπτυξης που θεωρούσαμε απολύτως ασφαλές . Λησμονήσαμε ότι ,ο θρίαμβος απέχει ένα βήμα από την ήττα, δείχνοντας απροκάλυπτα και προκλητικά σημεία επάρσεως. Η πτώση από το σημείο όπου όλοι μας αισθανόμαστε απολύτως ασφαλής είναι πραγματικά σφοδρή. Η συντελεσθείσα Ύβρις απαιτεί τρόπους υπέρβασή της οι οποίοι δεν μπορεί να είναι δίχως κόστος και κόστος μεγάλο. Αλήθεια πως μπόρεσαν να δημιουργηθούν οι ολέθριες συνθήκες της κρίσης σε μια περίοδο ελεύθερης ανάπτυξης και γενικής ευημερίας; Από τη στιγμή που τίποτε δεν συμβαίνει χωρίς επαρκείς λόγους , πρέπει να αναζητήσουμε τις αιτίες αυτής της καταστροφής . Το κριτικό βλέμμα μας πρέπει να στραφεί στα σημεία όπου αρχίζει η πορεία που διαλέξαμε να ακολουθήσουμε τα τελευταία σχεδόν 40 χρόνια. Η απάντηση θα μας επιτρέψει όχι μόνο να κατανοήσουμε το παρόν, αλλά και να σχεδιάσουμε ένα καλύτερο μέλλον.
2.
Η κρίση της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας είναι καθολική και οι αιτίες της περισσότερο σύνθετες. Η εξήγηση επομένως της πνευματικής και ηθικής κρίσης δεν επαρκεί. Αντιθέτως πρέπει να συμπληρωθεί με την ανάλυση του κοινωνικού εκφυλισμού , για να μπορέσει να διαμορφώσει μια αποδεικτική θεωρία. Πρέπει να λάβουμε υπόψη αυτή την περιπλοκότητα , αν θέλουμε να μελετήσουμε τις πολιτικές , κοινωνικές και οικονομικές πλευρές της κρίσης. Τα δεινά που πλήττουν την ελληνική κοινωνία τούτη την περίοδο θα πρέπει πρωταρχικά να αναζητηθούν στο φαινόμενο της μαζικοδημοκρατίας και το οποίο δεν έχει καμία σχέση με τις απλοϊκές ιδέες του συρμού που εμφανίζονται τελευταία στην χώρα μας ως εξηγητική πλευρά της κρίσης και αναφέρονται στην υποτιθέμενη εισδοχή των μικροαστικών στρωμάτων στην εξουσία μέσω του ΠΑΣΟΚ. Αλλά ούτε και με την κλασική έννοια της μαζοποίησης όπως αυτή αναδείχτηκε στη δεκαετία του 1920. Η μαζικοδημοκρατική κοινωνία της μετανεωτερικής εποχής , είναι κάτι πολύ διαφορετικό και πολύ βαθύτερο από αυτό. Μόνο δύο λέξεις για αυτό:
Κατ’ αρχάς στο πλαίσιο της μαζικοδημοκρατίας εγκαταλείπονται ή καταστρέφονται οι ολοποιητικές εναρμονιστικές φιλοδοξίες της νεωτερικότητας. Η πράξη αυτή επιτρέπει την οργανική συσχέτιση δύο ξεχωριστών διαδικασιών εντός των κόλπων της : την πολτοποίηση της συλλογικότητας – τα «πρόσωπα» καθίστανται άμορφη μάζα τυποποιημένων μονάδων , διασκορπισμένα εντός της ισοπεδωτικής εγκοσμιότητας- με τον ατομοκεντρικό υποκειμενισμό (καμία σχέση με αυτόν της νεωτερικής εποχής) μάλλον υπερφίαλων υπάρξεων που είναι πάντα πρόθυμες να αναγνωρίσουν ύψιστη σημασία και σπουδαιότητα στον άκεντρο και πολυδιασπασμένο εαυτό τους. Παράγεται ένα πολιτιστικό σύμπαν (ένας τρόπος συμπεριφοράς και κατανόησης της πραγματικότητας) του φρενήρη ατομισμού της κοινωνίας του χρηματιστηρίου, του υπερκαταναλωτισμού , του αγοραίου ευδαιμονισμού. Η μάζα δεν είναι απλά μια αυθόρμητη σύναξη ατομικοτήτων , που χάνουν το λογαριασμό του Εγώ τους στιγμιαία σε μια κρίση συλλογικού πανικού. Είναι ο άνθρωπος που υφίσταται ως απόφυση του χρήματος, μονίμως . Είναι ο άνθρωπος που ταυτίζει την ύπαρξή του σε μια αργή και βασανιστική επανάληψη του ταυτού . Είναι ο άνθρωπος που κάνει συνεχώς ζάπινγκ μπροστά στην τηλεόραση ακολουθώντας φευγαλέες εικόνες . Είναι ο άνθρωπος- τουρίστας που επισκέπτεται διάφορες χώρες χωρίς συγκεκριμένο σκοπό και λόγο. Είναι ο άνθρωπος που επιχειρεί την αυτοπραγμάτωσή του σκηνοθετώντας ο ίδιος τον εαυτό του. Ας σταματήσω εδώ.
3.
«Στην τελευταία εικοσαετία εμφανίστηκαν στην Ελλάδα έντονα ,παρότι νόθα , τα χαρακτηριστικά της μαζικής δημοκρατίας . Η απαξίωση των κλασικών τομέων της μαζικής παραγωγής όπως αυτή διαμορφώθηκε στη βιομηχανική περίοδο διέρρηξε σε ύψιστο βαθμό την όποια συλλογικότητα είχε διαμορφωθεί στους εργασιακούς χώρους. Η κατάτμηση της κοινωνίας σε άτομα εντατικοποιήθηκε και αυξήθηκε η κοινωνική κινητικότητα ως αποτέλεσμα της εμφάνισης ευέλικτων μορφών υλικής παραγωγής που άρχισαν να εμφανίζονται κυρίως στο χώρο των υπηρεσιών και των συναφών δραστηριοτήτων ,αλλά και της εύκολης πρόσβασης στα καταναλωτικά αγαθά (απλά και διαρκή) που επιτρέπουν στα άτομα να κόψουν πιο εύκολα τους δεσμούς τους με τις παραδοσιακές οικογενειακές δομές. Στους χώρους της «νέας» υλικής παραγωγής εκλείπουν οι παλιές πολυεπίπεδες και δαιδαλώδεις ιεραρχικές οργανωτικές δομές υποκαθιστούμενες από καινούργιες που εξακολουθούν να αποκρυσταλλώνονται ιεραρχικά αλλά με ελάχιστο αριθμό επιπέδων δίνοντας την εντύπωση της οριζόντιας επέκτασης και τη ψευδαίσθηση ότι ο κάθε συμμετέχων έχει το δικό του αυτόνομο και ισοδύναμο ρόλο. Η ισοδυναμία των ρόλων επιτρέπει να ορισθεί ως αξιολογικό κριτήριο αυτό της απόδοσης. Συνεπώς κάθε ρόλος είναι δυνητικά επιτεύξιμος από όλους γεγονός που δημιουργεί την εντύπωση «για δυνατότητα στην ισότητα» που ως φαντασιακή κατάσταση λειτουργεί απείρως ισχυρότερα από την πραγματικότητα που αφορά στην ισότητα. Στο παραπάνω πλαίσιο τα ανερχόμενα μεσαία στρώματα θεωρούν τον εαυτό τους ως οικουμενική τάξη διαμορφώνοντας την εν γένει συμπεριφορά τους σύμφωνα με τα πρότυπα της καταναλωτικής μαζικής δημοκρατίας. Τα πρότυπα αυτά διαμορφώνονται από την αριστοκρατία της μαζικής δημοκρατίας της οποίας οι οικονομικές δυνατότητες είναι πολύ υψηλές αν όχι απεριόριστες.. Λειτουργούν ως πρότυπο και για τις υπόλοιπες καταναλωτικές ομάδες μόνο στο συμβολικό επίπεδο και μέσω μιας πλήρους διαστρεβλωτικής επιβαλλόμενης αντίληψης για την μόδα. Ενώ στο παρελθόν η μόδα αποτελούσε τον χώρο ατομικών επιλογών και ως εκ τούτου το βασικό χώρο κοινωνικών διακρίσεων και οικονομικών ανισοτήτων στην σημερινή μαζικοδημοκρατία η μόδα για το τεράστιο πλήθος των ανθρώπων δίνει την ψευδαίσθηση της συμμετοχής στο ιδιαίτερο καταναλωτικό σύμπαν επί ίσοις όροις ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για ατομικές επιλογές μαζικών υπερτιμημένων προϊόντων. Το μάρκετινγκ επιβάλει στις μάζες να προβούν «σε ατομική και προσωπική επιλογή» ενός προϊόντος που την ίδια στιγμή αγοράζεται μαζικά από εκατομμύρια άλλους ανθρώπους. Το πρόβλημα της Ελληνικής Κοινωνίας είναι ότι οδηγήθηκε σιγά – σιγά αλλά σταθερά στην υιοθέτηση της νοοτροπίας και της πρακτικής του παρασιτικού καταναλωτισμού και του κοινωνικού παρασιτισμού. Οι κοινωνικές και ατομικές συμπεριφορές που ευδοκίμησαν τη συγκεκριμένη περίοδο παρουσιάζονται περισσότερο οξυμένες σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες λόγω των ιστορικών καταλοίπων της Τουρκοκρατίας και του τρόπου λειτουργίας του Ελληνικού κράτους καθ’ όλη τη διάρκεια της ύπαρξής του. Ο παρασιτικός καταναλωτισμός θα μπορούσε να ορισθεί ως εκείνη η διαδικασία όπου η εθνική οικονομία μιας χώρας ρέπει προς ένα καταναλωτικό πρότυπο το οποίο δεν μπορεί να υποστηριχθεί μακροχρονίως από τις παραγωγικές της δυνατότητες. Η χρησιμοποίηση των διαθεσίμων πόρων γίνεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να υποχρηματοδούνται οι απαραίτητες επενδυτικές δαπάνες για την ανάπτυξη και τη μελλοντική επιβίωση της εθνικής οντότητας , ενώ αντιθέτως χρηματοδοτείται και εξωραΐζεται καταναλωτικά η υφιστάμενη οικονομική υποπλασία.. Στην Ελλάδα η χρηματοδότηση των παραγωγικών υποδομών , της παιδείας , της υγείας , της δημόσιας διοίκησης , της έρευνας και ανάπτυξης στην επιστήμη και στην τεχνολογία όχι μόνο υποχρηματοδοτούνται αλλά και η αποτελεσματική χρησιμοποίηση των δαπανωμένων πόρων είναι τραγελαφική. Παράλληλα η συνεχώς εξαπλούμενη διαφθορά στα μεσαία και χαμηλά υπαλληλικά στρώματα αλλά κυρίως η πολιτικό-οικονομική διαπλοκή των κυρίαρχων πολιτικών και οικονομικών ελίτ αποσπά σημαντικότατο τμήμα των διαθεσίμων πόρων διοχετεύοντάς το έξω από την πραγματική αναπαραγωγική διαδικασία ( σε χρηματιστηριακές ,κερδοσκοπικές ή άλλου είδους αποταμιευτικές διαδικασίες) μειώνοντας αισθητά τις πολλαπλασιαστικές διαδικασίες της δαπάνης»[1]
4.
«Η εντιμότητα προϋποθέτει την αναγνώριση της πραγματικότητας»[2]