του Νίκου Μπινιάρη
Η «Αραβική Άνοιξη» άνοιξε βαθύ
ρήγμα μεταξύ κοσμικών δημοκρατικών δυνάμεων σε Ισλαμικές κοινωνίες έναντι των
μονίμων δικτατοριών και της Ισλαμιστικής ιστορικό-κοινωνικής πραγματικότητας. Όμως, οι
εξεγέρσεις και οι αιματηρές συγκρούσεις σε Λιβύη, Τυνησία, Αίγυπτο έφεραν στο
προσκήνιο μόνον Ισλαμιστές κάθε απόχρωσης.
Η Σαουδική Αραβία, και το Κατάρ
«οι μεγάλοι αδελφοί» της Σουνιτικής ορθοδοξίας, δηλαδή του
σαλαφισμού-βαχαμπισμού προσπαθούν να προωθήσουν μια Αντί-Μεταρρύθμιση στην
προσπάθεια μιας κοσμικής δημοκρατικής εξέγερσης η οποία ξεκίνησε από την
Τυνησία. Για τους Σαουδάραβες η
εγκαθίδρυση δημοκρατικών καθεστώτων και κοσμικών νομοκανονιστικών θεσμών ενέχουν
κίνδυνο για την επιβίωση του καθεστώτος της χώρας αυτής. Ταυτόχρονα θα φέρουν
στο προσκήνιο τις κάθε είδους Ισλαμικές σέκτες όπως και άλλες θρησκευτικές
μειονότητες οι οποίες βρίσκονται υπό διωγμό στην περιοχή. Σήμερα είναι γνωστό, αλλά
δεν σχολιάζεται ευθαρσώς, το γεγονός ότι
οι Σιίτες, οι Σούφι, οι Αχαμπίγια, και άλλες εκφάνσεις του Ισλάμ βρίσκονται υπό
διωγμό από τη Μαλαισία έως το Μαρόκο. Στο Πακιστάν οι επιθέσεις σε Σιιτικά
τεμένη και τόπους λατρείας των Σούφι είναι υποθέσεις ρουτίνας, όπως στην
Ινδονησία, την Λιβύη, το Μάλι, το Αφγανιστάν.
Για το Ιράκ, χώρα με Σιιτική κυβέρνηση
ο Patrick Cockburn έγραψε στον Independent στις 28/4/2013: «Στη
Βαγδάτη μεταξύ υψηλόβαθμων μελών της κυβέρνησης έχει αρχίσει η συζήτηση για τη
διαίρεση της χώρας». Μια διαίρεση του Ιράκ σε Κουρδικό, Σιιτικό και Σουνιτικό
θα επιφέρει την αλλαγή συνόρων και σε άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής. Ήδη η
κυβέρνηση του Ιράκ δήλωσε πως δεν δέχεται τους αντάρτες του ΠΚΚ οι οποίοι
αποχωρούν από την Τουρκία, διότι θεωρεί ότι παραβιάζεται η κυριαρχία της. Ο νυν
Πρωθυπουργός και η κυβέρνηση του Ιράκ έχουν κάκιστες σχέσεις με την Τουρκία την
οποίαν θεωρούν ως πυλώνα της Σουνιτικής συμμαχίας της περιοχής και εχθρό της
Σιιτικής πλειοψηφίας του Ιράκ.
Σταδιακά αλλά με βέβαια βήματα το
ρήγμα Σιιτών Σουνιτών γίνεται πιο βαθύ. Μόλις πριν λίγες μέρες συμφωνά με το Αλ Αραμπίγια Σουνίτης Σείχης στο
Λίβανο ζήτησε από τους οπαδούς του να πολεμήσουν τους Σιίτες της Χεζμπολάχ οι
οποίοι μάχονται στο πλευρό του Άσαντ. Ταυτόχρονα η ηγεσία της Χεζμπολάχ δηλώνει
πως δεν θα αφήσει τη Συρία να πέσει σε χέρια τρομοκρατών.
Η Συρία είναι το κέντρο μιας
σύρραξης με ασαφή αλλά όλο και ποιο διακριτά μέρη. Ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός
και η Συριακή κυβέρνηση η οποία έχει αναγνωριστεί από ΗΠΑ, ΕΕ και Αραβικό
Σύνδεσμο καλύπτει ομάδες με τρεις τουλάχιστον στόχους: τη δημοκρατική
διακυβέρνηση, την επιβολή του νόμου του Σαρία σε μια χώρα με θρησκευτικές
μειονότητες Χριστιανών και Αλαβιτών και την προσπάθεια εθνικών μειονοτήτων,
όπως οι Κούρδοι, να αποκτήσουν δικαιώματα στο περιβάλλον μετά τον Άσαντ. Στην πραγματικότητα
όμως, όπως γράφουν οι New York Times:
«σε καμιά περιοχή η οποία ελέγχεται από αντάρτες δεν υπάρχουν μάχιμες ομάδες οι
οποίες εκπροσωπούν κοσμικά αιτήματα».
Κατά τους πλέον έγκυρους αναλυτές
η Συρία οδεύει σε μια κατάσταση διαρκούς σύγκρουσης με τάσεις διαίρεσης. Μπορεί
να συμβεί και το ένα και το άλλο, αλλά το πιο πιθανό είναι μια συνεχής διαπάλη
μεταξύ αντιπάλων ομάδων με την υποστήριξη των μεν από τη Δύση και των δε από τη
Σαουδική Αραβία.
Τα ζωτικό ερώτημα το οποίο
τίθεται σε μια εξελισσόμενη κατάσταση ρηγμάτων είναι τα αποτελέσματα τους στον
περιβάλλοντα χώρο, δηλαδή της Τουρκίας, της Ιορδανίας, και στους υπολογισμούς
εθνικής ασφάλειας του Ισραήλ. Ήδη, με πίεση του Προέδρου Ομπάμα, υπήρξε μια
πρώτη προσέγγιση Ισραήλ καιΤουρκίας. Η Χααρέτζ δημοσίευσε μια επερχόμενη συμφωνία
σχετικά με τις αποζημιώσεις Τούρκων,
θυμάτων της Ισραηλινής επιχείρησης κατά του πλοίου Μαβί Μαρμαρά, το 2010. Την
ίδια στιγμή ο Πρωθυπουργός Ερντογκάν έχει αναγγείλει επίσκεψη στη Γάζα παρά τις αντιρρήσεις ΗΠΑ και Ισραήλ αλλά την ίδια περίοδο
ετοιμάζεται να επισκεφθεί τις ΗΠΑ.
Είναι προφανές πως και η Τουρκία
και το Ισραήλ, παρά την προσπάθεια προσέγγισης έχουν η κάθε μία δικές τους
πολιτικές να προωθήσουν. Ο συγκερασμός τους δεν θα είναι καθόλου εύκολος μέσα
σε ένα ρευστό περιβάλλον το οποίο τείνει να διαμορφώσει μια ανεξέλεγκτή
κατάσταση.
Το μεγάλο όμως διακύβευμα είναι η
κατάσταση στην ίδια την Τουρκία. Η διάχυση των ρηγμάτων στο Ιράκ και στη Συρία
θα μπορέσει να περιοριστεί μόνον εκεί ή θα αναταράξει και την ίδια την Τουρκία,
καίριο σημείο στήριξης στην πολιτικής της Δύσης; Τα ρήγματα αλλά κυρίως μια
πιθανή νίκη των ακραίων στη Συρία με την υποστήριξη της Σαουδικής Αραβίας θα
έχει ως παράπλευρές επιπτώσεις την ισχυροποίηση κινημάτων εμπνευσμένων από την
Αλ-Κάιντα τα οποία μπορούν εύκολα να διαχυθούν και στην Τουρκία, με τους
περιορισμούς βέβαια μιας ισχυρής στρατιωτικής και αστυνομικής μηχανής. Όπως
έχει αποδεχθεί όμως από τις τελευταίες εξελίξεις η ύπαρξη μιας Ισλαμικής
κυβέρνησης, ακόμα και στην Αίγυπτο, δεν αρκεί για να απομονωθούν τα φαινόμενα
των σαλαφιστών και τζιχαντιστών. Το
ζητούμενο από αυτές τις εξελίξεις είναι η ασφάλεια της περιοχής
συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου και της Ελλάδος, ασφάλεια η οποία δεν μπορεί
εύκολα να οικοδομηθεί πάνω σε ρήγματα.
Αν η κατηγορίες της Δύσης για
χρήση χημικών από τον Άσαντ, καθώς και οι εντάσεις στην Τουρκία με την
ταυτόχρονη προσπάθεια ειρήνευσης με το ΠΚΚ βρουν διέξοδο σε μια στρατιωτική
επέμβαση στη Συρία, τότε πράγματι η ασφάλεια της περιοχής θα έχει υπονομευθεί
σε τέτοιο εύρος και βάθος που όμοιο του έχουμε να δούμε από το τέλος του Πρώτου
Παγκοσμίου Πολέμου.