του Κώστα Μελά
Χρειαζόμαστε απαραιτήτως μια πρόταση που να δείχνει αχνά το δρόμο για την έξοδο από την κρίση. Η κραυγή αγωνίας του ελληνικού λαού γίνεται όλο και δυνατότερη. Η απόγνωση και η οργή συμπλέκονται με το φόβο προκαλώντας παράλυση και αδυναμία αναλυτικής σκέψης γεγονός που εξασθενίζει στο έπακρο τη σφαιρική σύνθεση και συνεπώς την αναμενόμενη δράση. Η ανέχεια , η δυστυχία και η πείνα θολώνουν τη σκέψη και κάνουν τη σκέψη ανεξέλεγκτη.
Όμως αυτή η πρόταση δεν φαίνεται να υπάρχει. Όλες οι μέχρι τώρα διατυπωθείσες προτάσεις αναδεικνύουν τα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί με την ασκούμενη οικονομική πολιτική με βάση το επιβληθέν μνημόνιο από την ΕΕ-ΕΟΚ-ΔΝΤ. Πρόκειται όμως για προτάσεις διαπιστωτικού χαρακτήρα. Αλλά και αυτές είναι κατά βάση αποσπασματικές. Προηγουμένως όμως και πριν προχωρήσουμε σε μια εξήγηση θα πρέπει να προβούμε σε ένα κατ΄ αρχάς διαχωρισμό μεταξύ αυτών που in senso lato υποστηρίζουν τη λογική του μνημονίου και σε αυτούς που την αρνούνται . Σε αυτούς τους τελευταίους οι υφιστάμενες διαφοροποιήσεις που υπάρχουν μεταξύ τους ως προς το πώς ο καθένας είναι σημαντικότατες .Φθάνει να σκεφθούμε ότι σε αυτή την ομάδα συμπεριλαμβάνονται η Νέα Δημοκρατία στη μια πλευρά και το ΚΚΕ και άλλες ομάδες της Αριστεράς στην ακριβώς αντίθετη . Γίνεται άμεσα αντιληπτό επομένως ότι οι ιδεολογικές αφετηρίες όλων αυτών αλλά και η πολιτική στόχευση τους είναι εντελώς διαφορετική. Μετά την απαιτούμενη παρένθεση ας επανέλθουμε στο θέμα μας.
Οι ανήκοντες στην πρώτη ομάδα αναδεικνύουν μόνο τους εξωτερικούς οικονομικούς καταναγκασμούς ,οι οποίοι είναι μεν σχεδόν εξ αντικειμένου πραγματικοί, και από αυτό συνάγουν και υιοθετούν μια και μόνο λύση η οποία επιβάλλεται από τους δανειστές- εταίρους. Αδιαφορούν πλήρως για τις συνέπειες που η συγκεκριμένη λύση έχει στην οικονομία της χώρας και επειδή οικονομία χωρίς κοινωνία δεν υπάρχει , άρα και στην κοινωνία. Κανείς από όλους αυτούς δεν αναφέρεται στο τι σημαίνει στην πραγματικότητα η «εσωτερική υποτίμηση της τάξεως του 30 -35%» για τους έλληνες πολίτες. Στο τι σημαίνει η «εσωτερική υποτίμηση» για τους μισθούς , τις συντάξεις, την ανεργία, τον παραγόμενο πλούτο, τη λειτουργία των πανεπιστημίων , των νοσοκομείων, των δήμων, όλων των λειτουργιών του κράτους γενικά. Κανείς δεν αναδεικνύει ότι η Ελληνική οικονομία στηριζόμενη σε μεγάλο βαθμό στο κράτος για την αναπαραγωγή της (από της ιδρύσεως του ελληνικού κράτους) θα σέρνεται επί σειρά ετών κυριολεκτικά με ρυθμούς μεγέθυνσης που προσομοιάζουν σε στασιμότητα. Κανένας από αυτούς δεν ομολογεί ότι το σχέδιο του μνημονίου οδηγεί στην βαλκανιοποίηση της οικονομίας και σε μεγάλη συρρίκνωση της αγοραστικής δύναμης των ελλήνων πολιτών. Κανείς δεν ομολογεί ότι μέχρι σήμερα οι πιστωτές μας δεν έχουν υποστεί απώλειες που νομίμως ενυπάρχουν σε μια «ελεύθερη» οικονομία. Κανείς από όλους αυτούς δεν ομολογεί ότι οι υπάρχοντες εξωτερικοί οικονομικοί καταναγκασμοί μπορούσαν και μπορούν να αντιμετωπισθούν με άλλους τρόπους (αναδεικνύοντας τις ιδιομορφίες της ελληνικής οικονομίας, ζητώντας χρόνο για τις δημοσιονομικές προσαρμογές –δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο για τη μείωση ενός δημοσιονομικού ελλείμματος από 15,5% κάτω από 3,0% σε τρία χρόνια).
Ένα πρόγραμμα οικονομικής σταθεροποίησης δεν εξουθενώνει την κοινωνία. Δεν την καθιστά ανήμπορη . Δεν τη βγάζει στους δρόμους. Κανένα πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής του ΔΝΤ δεν οδήγησε σε λύση.
Από την άλλη πλευρά η άλλη ομάδα επιχειρεί ένα άλμα στο κενό. Ενώ αναδεικνύει όλα όσα δεν ομολογεί η πρώτη ομάδα αρνείται κατηγορηματικά να αναγνωρίσει τους εξωτερικούς υφιστάμενους οικονομικούς καταναγκασμούς. Ή δεν αναφέρεται καθόλου στα υπάρχοντα δημοσιονομικά ελλείμματα , στο υπάρχον δημόσιο χρέος , στο υπάρχον έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ή προστρέχει για βοήθεια σε ιδεολογικούς ή ηθικούς όρους ,όπως δεν χρωστάμε δεν πληρώνουμε , δεν αναγνωρίζουμε κανένα χρέος ή το χρέος είναι απεχθές , την κρίση να πληρώσουν οι πλούσιοι κτλ . Με τον τρόπο αυτό έχουν την αίσθηση ότι προτείνουν κάποια λύση. Παράλληλα με το να αρνούνται ή να μην αναγνωρίζουν τους οικονομικούς καταναγκασμούς (διεθνείς και εγχώριους) οι προτάσεις που κατατίθενται στο τραπέζι , εκτός ελαχίστων, είναι απλά μη πραγματοποιήσιμοι στον παρόντα συσχετισμό δυνάμεων. Η συντεχνιακή διάσταση υπερισχύει απολύτως της πολιτικής. Απλώς όπως και οι της πρώτης ομάδας ψαρεύουν σε θολά νερά προς άγραν ψήφων.Αυτό διότι κανένας από αυτή την ομάδα δεν ομολογεί προς όλες τις κατηγορίες των εργαζομένων που έχουν υποστεί όλες αυτές τις συρρικνώσεις μισθών, συντάξεων και εισοδημάτων ότι θα τους τα εξασφαλίσει με την εφαρμογή του προγράμματός του.
Δυστυχώς δεν υπάρχει από καμιά ομάδα συγκροτημένο σχέδιο που να λαμβάνει υπόψη του όλους τους υφιστάμενους περιορισμούς , τα δημιουργούμενα προβλήματα από τη εφαρμογή του μνημονίου αλλά και τους υπάρχοντες βαθμούς ελευθερίας στη συγκεκριμένη περίοδο.
Είναι κοινή πεποίθηση ότι η κυβέρνηση ΓΑΠ αδυνατεί να κυβερνήσει . Δεν αντιλαμβάνομαι ειλικρινά γιατί συνεχίζει να πολιτεύεται με τον συγκεκριμένο τρόπο. Το ότι δεν λαμβάνει σχεδόν καθόλου υπόψη της τον στοιχειώδη κανόνα της αυτοσυντήρησης της καθιστά σαφές ότι έχει «σώας τας φρένας» ή κατά το κοινώς λεγόμενο «έχει χάσει την μπάλα».
Το τι να κάνουμε εξακολουθεί να παραμένει για την ώρα αναπάντητο . Όμως με βάση τα παραπάνω λεχθέντα θα επιχειρήσουμε να το προσεγγίσουμε στο επόμενο άρθρο μας.
Κώστας Μελάς. 20.10.2011