του Κώστα Μελά.
Η δύναμη του
χρηματοπιστωτικού συστήματος προέρχεται από τη θέση του ως βασικής συνιστώσας
στη διαδικασία αναπαραγωγής των σχέσεων εξουσίας του Πλανητικού συστήματος όπως
αυτό έχει διαμορφωθεί στην σημερινή εποχή. Δηλαδή αποτελεί τον βασικό πυλώνα
πάνω στον οποίο στηρίζεται η αναπαραγωγή της εξουσίας του συστήματος της Δύσης
και προεξάρχοντος των ΗΠΑ οι οποίες αποτελούν τον αναμφισβήτητο ηγέτη του
συγκεκριμένου συστήματος. Η εξάπλωση
του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος προς Ανατολάς προκάλεσε μια σημαντική
ανάπτυξη της βιομηχανικής παραγωγής στις χώρες αυτές (βιομηχανική παραγωγή με
όρους σύγχρονης ψηφιακής εποχής και
συγχρόνως πολλαπλά στοιχεία που θυμίζουν έντονα την εποχή της πρωταρχικής
συσσώρευσης στην Αγγλία τον 18ο αιώνα). Στον χώρο των δυτικών κρατών
αναπτύχθηκαν δραστηριότητες υψηλής τεχνολογίας ,δραστηριότητες ανάπτυξης υψηλής
τεχνολογίας , αεροναυπηγική, και χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Οι
τελευταίες διαπερνούν ολόκληρο το παγκόσμιο
οικονομικό σύστημα , το καθιστούν δέσμιο δημιουργώντας δεσμούς αλληλεξάρτησης
και δίκτυα άυλα όμως πολύ ανθεκτικά και τα οποία δύσκολα μπορούν να υποκατασταθούν λόγω της ύπαρξης συγκεκριμένων διεθνών θεσμών
, πολυμερών οργανισμών οι οποίοι
ελέγχονται από τη Δύση και έχουν τη βάση τους στη Δύση. Αποτελούν την αιχμή του δόρατος της κυριαρχίας της
Δύσης. Παράλληλα αποτελούν το αντίπαλο δέος των ανερχόμενων βιομηχανικά
ανατολικών χωρών και στη σημερινή φάση συμβάλλουν αποφασιστικά στην καθημερινή
ροή των κεφαλαίων προς τους χρηματοπιστωτικούς πόλους της δύσης τροφοδοτώντας την με τα απαραίτητα κεφάλαια
για τη συνέχιση της αναπαραγωγής της.
Η διόγκωση του
χρηματοπιστωτικού τομέα καθοδηγείται από μια ομάδα χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (περίπου δέκα
κορυφαίες διεθνείς τράπεζες και ακόμα είκοσι με τριάντα μικρότερης εμβέλειας),
ένα δίκτυο θεσμικών επενδυτών ( συνταξιοδοτικά , αμοιβαία, αντιστάθμισης ,
ιδιωτικά κεφάλαια) διοικούμενο από θυγατρικές ή συνεργαζόμενες εταιρίες αυτών
των τραπεζών, ασφαλιστικές εταιρίες και ομίλους που επίσης συνδέονται κατά
μεγάλο μέρος με τις κυρίαρχες τράπεζες και βεβαίως τους οίκους αξιολόγησης.. Η ομάδα αυτή προΐσταται των πενήντα ή εκατό
μεγαλύτερων ομίλων βιομηχανικών , αγροτικών, εμπορικών και μεταφορικών
υπηρεσιών. Ένας σχετικά μικρός αριθμός ατόμων και εταιρειών ελέγχει τεράστιες
δεξαμενές κεφαλαίου και δεν βρίσκει άλλο τρόπο να βγάζει χρήματα στην
απαιτούμενη κλίμακα παρά μόνο μέσα από το πιστωτικό σύστημα και την
κερδοσκοπία. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι οι τεράστιες δεξαμενές κεφαλαίου
δημιουργούνται πρωτίστως με τη συμβολή εκατομμυρίων μικρών αποταμιευτών από
ολόκληρο τον πλανήτη. Είναι τα κεφάλαια όλων αυτών των ανθρώπων που λόγω της
φύσης του συστήματος σπρώχνονται σε αυτές τις δεξαμενές τις οποίες
διαχειρίζονται in
ultima
istanza,
πολύ μικρός αριθμός ανθρώπων και εταιρειών , με στόχο την καλύτερη αξιοποίηση
και την υψηλότερη απόδοσή τους . Ως επενδυτές ο τεράστιος αυτός αριθμός μικρών
αποταμιευτών επιδιώκει υψηλότερη απόδοση
των χρημάτων του το οποίο μπορεί να συμβεί (;) μόνο αν ισχύουν οι κανόνες των
χρηματοπιστωτικών αγορών: διάλυση των εργασιακών σχέσεων, μείωση των μισθών,
μείωση των συντάξεων , διάλυση του κοινωνικού κράτους κτλ. Δηλαδή οι ίδιοι οι
μικροί αποταμιευτές «συμβάλλουν» στο πριόνισμα του κλαδιού στο οποίο κάθονται.
Βλέπουμε λοιπόν ότι δημιουργείται ένας
φαύλος κύκλος από τον οποίο ζημιωμένοι εξέρχονται πάντοτε οι εργαζόμενοι, οι
συνταξιούχοι κτλ και πάντοτε κερδισμένοι εξέρχονται οι διαχειριστές και οι
χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις. Το ολιγοπώλιο της «χρηματιστηριοποίησης του συστήματος»
κυβερνάται από τις συμφωνίες που έχουν συναφθεί για τις ανταγωνιστικές και
ολιγοπωλιακές τακτικές. Πάντοτε υπάρχουν κανόνες που δημιουργούνται και
συμφωνούνται μεταξύ τους . Όλες οι συναλλαγές over the counter , για σειρά
χρηματοπιστωτικών προϊόντων από το συνάλλαγμα μέχρι τα παράγωγα διέπεται από
κανόνες που έχουν δημιουργήσει οι συμμετέχοντες και ελέγχονται από τους ίδιους.
Η ιστορία έχει δείξει ότι παρά τις υπάρχουσες συμφωνίες υπάρχει διάχυτη η
αίσθηση της λυκοφιλίας. Η «κουλτούρα» του χρηματοπιστωτικού κλάδου , είναι αυτή της δημιουργίας υψηλών προσόδων. Η «κουλτούρα»
αυτή αποτελεί υποχρέωση στο χώρο των επενδυτικών τραπεζών και του
χρηματιστηρίου. Υπάρχει μια έντονη ευαισθησία για το ίδιον ατομικό συμφέρον
αλλά συγχρόνως υπάρχει μια μεγαλύτερη ευαισθησία ενάντια στο ατομικό συμφέρον
του άλλου. Το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα ομοιάζει με ένα συνεχώς
διευρυνόμενο δίκτυο αράχνης που σκεπάζει όλο τον πλανήτη. Παρά τις αλλεπάλληλες
κρίσεις που δημιούργησε τα τελευταία 30 έτη και παρά τα φληναφήματα περί
«ρυθμίσεων ελέγχου και εποπτείας» συνεχίζει ακάθεκτο την καταστροφική του
πορεία.
Υπάρχει άραγε τρόπος αντίδρασης
σε αυτή τη θηλιά που σφίγγει συνεχώς το λαιμό των χωρών και των λαών; Το γκρέμισμα αυτού του οικοδομήματος θα ήταν η ιδανική λύση. Επομένως η συνεχής, με έγκυρο
τρόπο, απαξίωση και απονομιμοποίηση του αποτελεί βασικό στόχο. Παράλληλα, σε επίπεδο εθνικής οικονομικής
πολιτικής , θα πρέπει να ακολουθείται η ενδεδειγμένη προσαρμογή στην υπάρχουσα
«πραγματικότητα» με στόχο όχι την περαιτέρω διεύρυνση των σχέσεων με τις
χρηματοπιστωτικές αγορές , όπως επιχειρεί η σημερινή κυβέρνηση και μάλιστα μέσω
βραχυπρόθεσμων κεφαλαιακών εισροών , αλλά στη βάση της μικρότερης δυνατής
εξάρτησης από αυτές. Αυτό σημαίνει κατ’
αρχάς αποκατάσταση των δημοσιονομικών ισοζυγίων της χώρας (ελλείμματα και χρέος).Μείωση συνεπώς των
αναγκών στις πραγματικές δυνατότητες της
χώρας να τις εξυπηρετεί και προσπάθεια ανάπτυξης της ενδογενούς παραγωγής με
συμμετοχή μακροπρόθεσμων ξένων επενδύσεων
ως φορέων υψηλής τεχνολογίας όπου απαιτείται. Σήμερα ο μεγαλύτερος
κίνδυνος εντοπίζεται στην άνευ όρων συμμετοχή στο παίγνιον του
χρηματοπιστωτικού τομέα, δηλαδή στην απρόσκοπτη εισροή κεφαλαίων κάθε είδους , και
όχι στην επιμελημένη και επιλεκτική εισροή κεφαλαίων που δύνανται να συμβάλλουν
στην ενδογενή ανάπτυξη της οικονομίας της χώρας.