του Νίκου Μπινιάρη.
Ο Κώστας Μελάς, είναι καθηγητής των οικονομικών για πολλά χρόνια στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά και το Πάντειο. Μας έχει προσφέρει μια σειρά βιβλίων και μελετών τα προηγούμενα χρόνια πάνω σε θέματα οικονομίας, του ΧΠΣ αλλά και πολιτικών και θεωρητικών αναλύσεων για την ελληνική πολιτική σκηνή, την κοινωνία και την ΕΕ. Σήμερα έχουμε μπροστά μας ένα πόνημα του, και επιμένω στον όρο, σπάνιο για τα ελληνικά επιστημονικά χρονικά.
Ο υποφαινόμενος δεν διαθέτει ακαδημαϊκούς τίτλους οικονομικών σπουδών. Διαθέτει μια εμπειρία της πραγματικής οικονομίας σε ελληνικό και διεθνές επίπεδο αλλά δυστυχώς επίσης και μια έντονη προδιάθεση να μελετήσει αυτήν την «ζοφερή επιστήμη». Θα προσπαθήσω λοιπόν από την δική μου πλευρά να παρουσιάσω ένα έργο το οποίο έχει όλα τα εχέγγυα της ακαδημαϊκής εργασίας αλλά με μη ακαδημαϊκό τρόπο.
Στη σημερινή οικονομική συγκυρία, όπου πάρα πολλοί αυτοβαφτίζονται οικονομολόγοι, είτε είναι συνταγματολόγοι, είτε επαγγελματίες πολιτικάντηδες, είτε είναι όψιμοι εθνικόφρονες είτε ακόμα και τρωκτικά του δημόσιου ταμείου, μια μόνιμη ενασχόληση πολλών συμπολιτών μας, και κυρίως των όσων κόπτονται υπέρ των συμφερόντων των εργαζομένων και των δυστυχών ο Κώστας Μελάς διατηρεί την επιστημονική του ακεραιότητα και την προσπάθεια να διακρίνει με κάθε τρόπο την αλήθεια η οποία έχει καταφύγει στα όρη και στα άγρια βουνά της θρυμματισμένης σκέψης των συμπολιτών μας. Ο Μελάς πέραν της ουσιαστικής του γνώσης την οικονομικής επιστήμης διατηρεί δύο συνιστώσες σκέψης σε όλες τις μελέτες του οι οποίες αποτελούν και την αξιακή του βάση, το κοινωνικό και την επιστημονική αλήθεια. Αυτές του οι προκαταλήψεις, είναι κίνητρα τα οποία αναγκάζουν κάθε μελετητή να εργαστεί σκληρά για να διακρίνει το δέον από το είναι όπως ο ίδιος λέει πως είναι το μέλημα του κάθε επιστήμονα και να παρουσιάσει ένα έργο το οποίο μπορεί να προχωρήσει σε μια «συμπλοκή ειδών» όπως μας προτείνει ο Πλάτωνας.
Συνιστώ να διαβάσει αυτό το βιβλίο οποίος έχει τη διάθεση να αναλώσει αρκετά χρόνο και προσοχή, κυρίως προσοχή και ανοιχτό μυαλό για να παρακολουθήσει τη σκέψη του συγγραφέα. Χρειάζεται επίσης να προειδοποιήσω τον αναγνώστη να είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει ένα ορυμαγδό από προβλήματα τα οποία θέτει ο Μελάς υπόψη του.
Ο συγγραφέας, για να ξεκινήσω από την αρχή, το 2008 εξέδωσε ένα βιβλίο με τίτλο, Η σαστισμένη Ευρώπη. Σε εκείνο το βιβλίο του είχε με πολύ απλό τρόπο παραθέσει την οικονομική πορεία της Ελλάδος προς την καταστροφή. Τα στατιστικά στοιχεία της ελληνικής οικονομίας, στοιχεία δημόσια, έδειχναν το δρόμο του κακού ολοφάνερα. Χρειάστηκε μια λάθος απόφαση της αμερικανικής κυβέρνησης για να ξεσπάσει όλη η μετέπειτα θύελλα. Η Λήμαν αφέθηκε να πτωχεύσει. Δεν ήταν τίποτα το περίεργο ή το αντί-δεοντολογικό να πτωχεύσει μια επενδυτική τράπεζα. Αντίθετα, ήταν μέσα στους ορθόδοξους κανόνες του κλασσικού καπιταλισμού: αυτός που έχει κάνει λάθος στο οικονομικό παιγνίδι να φεύγει από αυτό, να πτωχεύει. Κανείς όμως μέχρι τότε δεν είχε αντιληφθεί τι σήμαινε στο παγκοσμιοποιημένο κα γιγαντωμένο χρηματοπιστωτικό σύστημα η πτώχευση της Λήμαν. Οι εποπτικές αρχές και η πολιτική νομενκλατούρα δεν είχαν συνειδητοποιήσει για το πώς λειτουργούσε και τι βαθμούς αστάθειας έκρυβε το σύστημα αυτό, όπως είχε εξελιχθεί από το τέλος της Συμφωνίας του Bretton Woods έως σήμερα.
Το βιβλίο Οι σύγχρονες κρίσεις του παγκόσμιου ΧΠΣ (74-08) χωρίζεται σε δύο μέρη. Μπορεί κανείς να διαβάσει το ένα ανεξάρτητα από το άλλο. Για ένα γενικό αναγνωστικό κοινό με ενδιαφέρον για την ιστορική τεκμηρίωση των γεγονότων το δεύτερο μέρος είναι απολύτων απαραίτητο και καθοριστικό για να κατανοήσει κανείς του που βρισκόμαστε.
Δεν μπορούμε να κάνουμε γενικές κρίσεις για τη σειρά των γεγονότων αν δεν έχουμε καταγράψει την κατάσταση στην οποίαν βρισκόμαστε. Και αυτή η καταγραφή δεν είναι εύκολή. Ακόμα και στην ελάχιστη ελληνική πραγματικότητα πέρασαν δύο χρόνια για να κάνουμε καταγραφή των δημοσίων υπαλλήλων, και ακόμα δε έχουμε κάνει απογραφή των δημοσίων οργανισμών και επιχειρήσεων. Δεν θα κάνουμε παρά μετά αρκετά χρόνια απογραφή των δημοσίων κτημάτων. Δεν είναι λοιπόν καθόλου εύκολό να κάνουμε αποτύπωση μιας παγκόσμιας πραγματικότητας όπως το ΧΠΣ το οποίο μάλιστα βρίσκεται σε συνεχή μετεξέλιξη με απόκανονικοποιήσεις, και ταυτόχρονα προσπάθειες να μπουν νέοι κανόνες λειτουργίας του από κυβερνήσεις και από διακρατικά εποπτικά όργανα.
Το πρώτο μέρος του βιβλίου καλύπτει το θεωρητικό κομμάτι. Στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται μια συγκριτική ανάλυση του ΧΠΣ προ και μετά τη διάρρηξη του Bretton-Woods. Το συμπέρασμα είναι πως με την αλλαγή αυτή το ΧΠΣ σύστημα δεν απέδωσε την αναμενόμενη σταθερότητα αλλά αντίθετα δημιούργησε ανισορροπίες και αστάθειες με αυξανόμενες σε συχνότητα κρίσεις. Στη συνέχεια το κεφάλαιο αυτό καλύπτει τις αλλαγές στο ίδιο το ΧΠΣ όσον αφορά την ανάδυση των επενδυτικών τραπεζών τα νέα ΧΠ προϊόντα και των ανταγωνισμό μεταξύ εμπορικών και επενδυτικών τραπεζών.
Το κανονιστικό πλαίσιο της λειτουργίας του ΧΠΣ σταδιακά άλλαζε υπέρ μιας μεγαλύτερης παγκοσμιοποιημένης αγοράς χρήματος και των προϊόντων του. Όλα αυτά ετοίμασαν τη σκηνή για το δράμα το οποίο έμελλε να παιχτεί από το 2007 έως σήμερα.
Το δεύτερο κεφάλαιο είναι μια τεχνική ανάλυση της μεθόδου υπολογισμού της αξίας σε κίνδυνο (VAR). Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται για την αποτίμηση της αξίας χαρτοφυλακίων διαφόρων τίτλων σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο με τον ενεχόμενο κίνδυνο και είναι στατιστική. Ο κλάδος αυτός των μαθηματικών είναι η επιστημονική βάση όλων σχεδόν των ανθρωπιστικών επιστημών, κοινωνιολογία, οικονομικά, ανθρωπολογία. Δεν υπολείπεται η χρήση του ούτε στις φυσικές επιστήμες και κυρίως στον τομέα της κβαντοφυσικής, του χώρου των μικροσωματιδίων.
Η οικονομική επιστήμη στην προσπάθεια της να μαθηματικοποιήσει το γνωστικό της αντικείμενο ώστε να καταστεί πιο αξιόπιστη και συγκεκριμένη χρησιμοποιεί τη στατιστική για πρόβλεψη αλλά και για θεωρητική συγκρότηση των μοντέλων τα οποία κατασκευάζει για τη μελέτη των οικονομικών φαινομένων.
Ο καθηγητής Μελάς παρουσιάζει εδώ τη μέθοδο VAR για να δείξει πόσο λανθασμένα αποτελέσματα μπορεί να συναχθούν από αυτήν και για τα στοιχεία ενεργητικού των τραπεζών και των επενδυτικών οίκων εν γένει. Ασκεί κριτική στη συγκεκριμένη μέθοδο υπολογισμού της αξίας του κινδύνου χαρτοφυλακίων η οποία έχει μπει σε εφαρμογή από τη δεκαετία του 80 και κυρίως μετά το κραχ του 1987. Η Τεχνική μέθοδος αυτή η οποία στην πραγματικότητα προσπαθεί να επιλύσει ένα απίστευτα σύνθετο φαινόμενο, την τυχαιότητα των αγορών και την αξία μιας επένδυσης σε κάποιους πιθανούς κινδύνους βάσει των προηγουμένων εμπειρικών στοιχείων. Όμως η πολυπλοκότητα του φαινομένου υπό ανάλυση, με μεγάλο αριθμό μεταβλητών πέραν των ήδη παρατηρημένων μεταβολών των αγορών όπως πόλεμοι, φυσικές καταστροφές, επιδημίες, πολιτικές αλλαγές, κλπ μας προκαλεί να αναρωτηθούμε πως οι κατασκευαστές αυτών των μεθόδων απέκτησαν την εμπιστοσύνη για να χτίσουν μια ολόκληρη οικονομική μηχανή με αυτές τις μεταβλητές και να ορίσουν το οικονομικό μέλλον του ΧΠΣ αλλά και των εκατομμυρίων οι οποίοι εξαρτώνται από αυτό.
Σε γενικές γραμμές θα μπορούσε να πει κανείς πως η στατιστική ανάλυση προσπαθεί να κατασκευάσει ένα αποτέλεσμα, ένα συμβάν βασισμένη πάνω σε μια ορισμένη συχνότητα εμφανίσεων προηγούμενων συμβάντων το οποίο όμως συμβάν μπορεί να λάβει χώρα είτε και όχι. Ζούμε σε ένα στατιστικά ορισμένο σύμπαν. Στην πραγματικότητα η πρόβλεψη δεν είναι τίποτα άλλο από μια συγκεκριμενοποίηση των πιθανών εξελίξεων. Όμως, ενώ στο ζάρι ή στην τράπουλα έχουμε μια συγκεκριμένη ομάδα με καλά αριθμημένα αποτελέσματα, στις αγορές το σύνολο των πιθανών αποτελεσμάτων δεν είναι γνωστό. Καλούμεθα λοιπόν να προσδιορίσουμε ένα σύνολο το οποίο θα αποτελείται από όλα τα πιθανά αποτελέσματα για να προβλέψουμε το πιθανόν να συμβεί. Δεν έχουμε τέτοιο σύνολο, και ως εκ τούτου οι πιθανότητες για κάποιο από τα ήδη προσδιορισμένα είναι μη-υπολογίσιμες μέσα στο πλαίσιο του φαινομένου που μελετάμε.
Οι παραπάνω αναφορές μου στα ζητήματα της στατιστικής επιστήμης και των χρήσεων των υπολογιστών για τον υπολογισμό ψευδοδειγμάτων από δείγματα προς ανάλυση. έχει ένα συγκεκριμένο σκοπό. Ο συγγραφέας λέει: «το ΧΠΣ μεταμορφώθηκε δραστικά τα τελευταία 20-25 χρόνια ως συνέπεια του συνδυασμού τριών δράσεων. Της παγκοσμιοποίησης, της αποκανονικοποίσης και της επανάστασης της μικροηλεκτρονικής» σελ. 321
Οι δράσεις είναι αιτίες για τις κρίσεις; Ποιες από αυτές τις τρις είναι αναγκαίες και ποια ικανή; Αν είναι έτσι τότε ποια είναι η αναγκαία συνθήκη για να παρουσιαστούν οι ΧΠΣ κρίσεις; ΧΠΣ κρίσεις υπήρξαν πάντα από την εποχή της πτώχευσης των Αθηνών το 404πχ. αλλά το ζήτημα μας είναι η αύξηση της συχνότητας τους κα το εύρος και βάθος τους. Ποια από όλες αυτές τις συνθήκες τα τελευταία 20-25 χρόνια αποσταθεροποίησε το σύστημα σε τέτοιο βαθμό;.
Θεωρώ πέραν των τριών αυτών δράσεων-συνθηκών τις οποίες πολύ σωστά διακρίνει ο καθηγητής υπήρξαν και άλλες οι οποίες συνέβαλαν σε αυτό το φαινόμενο.
1. Οι πόλεμοι των ΗΠΑ οι οποίοι χρηματοδοτήθηκαν από δημόσιο χρέος το οποίο στην ουσία χρηματοδοτήθηκε από την Κίνα και τις πλεονασματικές χώρες της ΜΑ, χωρίς να χρηματοδοτηθεί από φόρους, όπως θα έπρεπε.
2. Η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης η οποία επέφερε μια σημαντική επιτάχυνση στην παγκοσμιοποίηση, και ταυτόχρονα συνέβαλε τα μέγιστα στην δημιουργία ενός προβληματικού ευρώ για λόγους πολιτικής ισορροπίας Γαλλίας-Γερμανίας.
3. Τη δημογραφική διαφοροποίηση της Ιαπωνίας αλλά και των Ευρωπαϊκών χωρών η οποία επέφερε μεγάλο βάρος δαπανών του κοινωνικού κράτους στο δημοσιονομικό έλλειμμα.
4. Την θεαματική ανάπτυξη της τεχνολογίας σε όλους τους τομείς, και τη μεταβίβαση τεχνολογίας προς τις αναπτυσσόμενες οικονομίες. Η ανάπτυξη της τεχνολογίας επέφερε πλήγμα στην απασχόληση του κέντρου του καπιταλισμού και κυρίως στους απασχολούμενους με χαμηλή εκπαίδευση. Επέφερε δεν πλήγμα στο ύψος των αμοιβών ανοίγοντας την ψαλίδα μεταξύ των χαμηλών και υψηλών μισθών. Και με αυτό δεν εννοώ τις υπέρογκες αμοιβές των στελεχών των ΧΠ ιδρυμάτων αλλά των αμοιβών των στελεχών βιομηχανικών και εμπορικών επιχειρήσεων. Αυτό, σε συνδυασμό με τις μειώσεις των συντελεστών φορολόγησης επέφερε μείωση των εσόδων των κρατών την οποία μετέτρεψαν σε δημόσιο χρέος.
5. Πέραν όλων αυτών θεωρώ πως η συνθήκη της ανάπτυξης της τεχνολογίας στον τομέα των ΧΠ προϊόντων επέφερε τη δυνατότητα να δημιουργηθούν και να συσκοτιστούν τα διάφορα αυτά σύνθετα νέα ΧΠ προϊόντα τα οποία δημιουργήθηκαν σε αυτό το εύρος μόνον με την ύπαρξη της υπερτεχνολογίας της επικοινωνίας, δισεκατομμυρίων υπολογισμών αλλά και της τεχνολογίας της «διαχείρισης κινδύνου». Στην τεχνολογία αυτή προσθέτω και την ανάπτυξη στατιστικών μοντέλων και συστημάτων ποσοτικής ανάλυσης τα οποία έδωσαν μια απόλυτα ψευδή απεικόνιση της αξίας των χαρτοφυλακίων επενδύσεων. Έχοντας ασχοληθεί ο ίδιος με το θέμα ως αναλυτής στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης και στο εδώ χρηματιστήριο έχω βρεθεί στην εικονική πραγματικότητα αξιών και εξελίξεων και έχω επηρεαστεί απολύτως από αυτήν κάποια χρονικά όρια. Η βεβαιότητα περί της αληθείας των απεικονίσεων και των αποτελεσμάτων εκατομμυρίων μαθηματικών πράξεων σε ελάχιστο χρόνο, και η ταχύτητα των εισερχομένων ειδήσεων κάθε είδους και επί παντός επιστητού ανά την υφήλιο δημιουργεί μια ψευδαίσθηση βεβαιότητας και κυριαρχίας επί των συμβάντων. Η δε άμεση αντίδραση σε κάθε κίνηση ή είδηση δημιουργεί μια επί πλέον ψευδαίσθηση πως ο αναλυτής, ειδικός, γκουρού, μπορεί να ελέγξει τις εξελίξεις και να γίνει, έστω και θεωρητικά άτρωτος από τις αρνητικές επιπτώσεις που μπορούν να έχουν είτε οι κινήσεις των αγορών είτε οι παντώς είδους άλλες εξελίξεις και αυτό γιατί είχε εφεύρει το όπλο του hedging, ασφάλιση κινδύνου για τον κίνδυνο.
Με απλά λόγια τα εργαλεία του χτίστη, του μαραγκού, του υδραυλικού έχουν κατασκευαστεί για να παράγουν ένα τεχνούργημα στο φυσικό κόσμο. Η εφαρμογή τους δοκιμάζεται από το χρήστη και τη χρήση. Τα εργαλεία της οικονομικής θεωρίας είναι κατασκευασμένα από μια θεωρητικοποίηση της πραγματικότητας βάσει της παρατήρησης και συγκέντρωσης στοιχείων από αυτήν. Η εμπιστοσύνη των χρηστών σε αυτά τα εργαλεία θα έπρεπε να είναι λιγότερη και η ταπεινότητα για την λειτουργική τους αποτελεσματικότητας μεγαλύτερη.
Δεν θα απονείμω στην τεχνολογία (για το συγκεκριμένο θέμα) το ρόλο της αναγκαίας συνθήκης για το εύρος και το βάθος και τη συχνότητα των ΧΠ κρίσεων. Θα της δώσω όμως μια πολύ πιο βαρύνουσα σημασία από όσο της αποδίδεται από την οικονομική θεωρία. Στο ζήτημα των προσδοκιών και της λήψης αποφάσεων σε σχέση με το ίδιο συμφέρον ο ρόλος της αμεσότητας, της ταχύτητας υπολογισμών και της ψευδαίσθησης του ελέγχου των συμβάντων, η τεχνολογία έχει επηρεάσει τη συμπεριφορά ατόμων, οργανισμών, κρατών. Η εξέλιξη αυτή είναι αναγκαίο να μελετηθεί σε βάθος και δίχως προκαταλήψεις.
Είναι οι ΧΠ κρίσεις υπέρ-προσδιορισμένες ή υπό-προσδιορισμένες από όλες αυτές τις συνθήκες; Αν οι τρις αναφερθείσες δράσεις είναι αναγκαίες υπάρχει μία ή και περισσότερες ικανές συνθήκες για να προκαλέσουν το φαινόμενο των ΧΠ κρίσεων; Στη δεύτερη περίπτωση θα είχαμε το φαινόμενο του υπέρ-προσδιορισμού του αποτελέσματος από περισσότερες της μιας ικανής αιτιώδους συνθήκης. Το ζήτημα αποκτά σημασία μόνον όταν έχουμε την πρόθεση να κατασκευάσουμε μια θεωρία με γενική εξηγητική ισχύ, η οποία όμως στην περίπτωση της υπέρ-προσδιορισμού δεν θα είναι η μοναδική αλλά μία από τις πιθανές εξηγήσεις, ή αλυσίδες αιτίων αποτελέσματος.
Είναι απαραίτητο να διακρίνουμε ποιες δράσεις είναι αναγκαίες, και αν υπάρχει κάποια ικανή δράση για να προκαλέσει το φαινόμενο των συχνών και βαθέων ΧΠ κρίσεων έτσι ώστε να συγκροτήσουμε μια επαρκή επιστημονική θεωρία με εξηγητική ισχύ για τις ΧΠ κρίσεις.
Το τρίτο κεφάλαιο περιγράφει την απορρύθμιση του ΧΠΣ μέσω των νομικών παρεμβάσεων κυβερνήσεων και ανεξαρτήτων ρυθμιστικών αρχών όπως η SEC. Αυτή η αποκανονικοποίση του συστήματος ήταν πράγματι ενός είδους απασφάλισης μιας βραδυφλεγούς βόμβας η οποία είχε όλα τα συστατικά για να εκραγεί.
Στο τέταρτο κεφάλαιο επιχειρείται η θεωρητική προσέγγιση των ΧΠΣ κρίσεων. Ο συγγραφέας αναλύει τη θέση των μονεταριστών η οποία βασίζεται στις ροές χρήματος των τραπεζών σε περιόδους έλλειψης εμπιστοσύνης των πελατών τους και την εμφάνιση των bank run και τη θεωρία των ανόδων και πτώσεων των πιστωτικών κύκλων από την εγγενή ανισορροπία του καπιταλιστικού συστήματος. Επί πλέον κάνει μια σύντομη αλλά πολύ χρήσιμη ανάλυση των μαρξιστικών θέσεων για τις κρίσεις ή και την κατάρρευση του ίδιου του συστήματος.
Το δεύτερο μέρος του βιβλίου διαπραγματεύεται την ιστορική πορεία των κρίσεων του ΧΠΣ. Η πρώτη σημαντική παρατήρηση των οικονομολόγων είναι πως η φιλελευθεροποίηση της μεταφοράς κεφαλαίων διεθνώς αυξάνει την πιθανότητα κινδύνου κρίσεων στο ΧΠΣ. Και αυτό έχει γίνει εμπειρικά εμφανές μετά την κατάργηση της συμφωνίας του Bretton Woods.
Οι πτωχεύσεις τραπεζών στην Ιταλία τον 14ο και 15ο αιώνα καθώς και οι πτωχεύσεις της Ισπανίας Γαλλίας Αγγλίας, Ολλανδίας, μεταξύ το 17-18 αιώνα δεν ήταν αποτέλεσμα της ελεύθερης διακίνησης κεφαλαίων αλλά πολέμων, επαναστάσεων, φυσικών καταστροφών και βέβαια της ανεντιμότητας των τραπεζιτών.
Ο καθηγητής Μελάς κάνει μια παράθεση των κρίσεων αναλυτικά την κάθε μία από το 1974 Franklin National Bank έως σήμερα. Παραθέτει στοιχεία και πίνακες των κρίσεων και των ιδιαιτεροτήτων της κάθε μίας. Για τον Ιαπωνία, η οποία είναι ένα χαρακτηριστικό φαινόμενο κρίσης του ΧΠΣ η οποία διαρκεί 20 χρόνια η αναφορά είναι μακρά και λεπτομερειακή. Ας μη μας διαφεύγει πως πολλοί οικονομολόγοι προειδοποιούν πως η σημερινή κρίση του ΧΠΣ αλλά και του ΔΧ μπορεί να οδηγήσουν την Ευρώπη και Αμερική σε μια μακροχρόνια στασιμότητα των οικονομιών τους παρόμοια της Ιαπωνίας. Οι μεγάλες ομοιότητες την Ιαπωνικής οικονομίας, υπέρ-ανεπτυγμένη, τεχνολογικά παραγωγικά και με εξαγωγικό προσανατολισμό, με την Ευρωπαϊκή και Αμερικανική οικονομία προκαλούν αυτές τις αναλύσεις οι οποίες δεν προμηνύουν θετικές εξελίξεις για την οικονομία τους.
Η παρουσίαση φτάνει στην οιονεί πτώχευση της Long Term Capital Management. Αυτό δίνει την ευκαιρία στον συγγραφέα να επανέλθει σε μια γενικότερη θεώρηση της μαθηματικοποίησης των οικονομικών και το ρόλο των μοντέλων υπολογισμού αξιών χαρτοφυλακίων. Το ζήτημα υπό διερεύνηση είναι κατά πόσον υπάρχει αντιστοιχία πραγματικής οικονομίας και οικονομετρικών μοντέλων. Η πιθανότητα που μετατρέπεται σε βεβαιότητα είναι ένα επικίνδυνο παιγνίδι το οποίο στη θεωρητική του ενατένηση έχει μεγάλη χρησιμότητα. Όταν όμως μετατρέπεται σε εργαλείο λήψης αποφάσεων για ένα σύμπαν το οποίο εκ προοιμίου πρέπει να κατανοήσουμε πως δεν μπορούμε να το κατακτήσουμε στο σύνολό του ούτε καν να τον προσεγγίσουμε παρά μόνον στις επί μέρους εκφάνσεις του, τότε η συμπεριφορά μας είναι μια κολοσσιαία ύβρις η οποία άσχετα σε ποιο πεδίο ενεργειών επικεντρώνεται, θα επιφέρει και τα ανάλογα αποτελέσματα.
Το έκτο κεφάλαιο είναι το μεγαλύτερο σε έκταση και ίσως το πιο σημαντικό διότι παρουσιάζει τις κρίσεις στους διάφορους κλάδους της οικονομίας και κυρίως στο τελικό στάδιο των χαμηλής πιστοληπτικής ικανότητας ενυπόθηκων δανείων, την κύρια αιτία της μεγάλης κρίσης που βιώνουμε σήμερα πέραν του προβλήματος του μεγάλου δημοσίου χρέους. Η ανάλυση είναι ενδελεχής και άκρως διαφωτιστική και συγχρόνως ο αναγνώστης έχει τη δυνατότητα να μάθει και για τα περίφημα ασφάλιστρα κινδύνου ή CDS, τα οποία έχουν παίξει σημαντικό ρόλο στο δημόσιο χρέος της Ελλάδος. Τα περίφημα subprime mortgages έχουν την αρχή τους στην πολιτική του Προέδρου Μπους «ο κάθε Αμερικανός να γίνει ιδιοκτήτης». Στη συνέχεια ένα ΧΠΣ με υπέρ-ρευστότητα και ασήμαντα επιτόκια άρχισε να δίνει δάνεια. Η προσφορά δανείων σε άτομα και οικογένειες με χαμηλή πιστοληπτική ικανότητα ώθησε τις αξίες προς τα πάνω και στη συνέχεια ήρθαν δεύτερα και τρίτα δάνεια πάνω στην υπεραξία για να πληρώσουν δόσεις ή κατανάλωση. Το ΧΠΣ έκανε τη δουλειά του βάζοντας τη μηχανή της οικοδομής μπροστά και την υπεραξία παγίων στοιχείων των νοικοκυριών για να χρηματοδοτήσει τη ζήτηση. Αυτό το οποίο συνέβη μετά ήταν η καρδιά του προβλήματος. Τα δάνεια αυτά τιτλοποιήθηκαν, τεμαχίστηκαν πακεταρίστηκαν, σε ομάδες διαφόρων βαθμών κινδύνου και πωλήθηκαν ως ενεργητικό σε άλλους. Η τοξικότητα τους δεν ήταν μόνον ότι άρχισαν να μην αποπληρώνονται αλλά η αξίες τους είχαν στην πραγματικότητα δεκαπλασιαστεί σύμφωνα με υπολογισμούς αναλυτών. Η έκθεση των ΧΠ Ιδρυμάτων ήταν τέτοια που η πτώχευση τους ήταν πλέον ή βέβαια.
Το έβδομο κεφάλαιο είναι η κατάληξη των περιγραφών και οι παρουσίαση του των συμπερασμάτων της μελέτης. « ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα το οποίο εγγενώς ρέπει προς την ανισορροπία». Σελ. 341
Η παρατήρηση αυτή είναι εμπειρικό συμπέρασμα όλων των προηγουμένων. Θα ήθελα όμως να παραμείνω πάνω σε αυτό. Ποιο είναι το δείγμα των οικονομιών της ιστορίας του ανθρώπου; Δυο είναι τα ιστορικά εμπειρικά φαινόμενα τα οποία μπορούμε να αναφέρουμε. Την αρχαία οικονομία η οποία λειτουργούσε μέχρι τον 17ο αιώνα και λειτουργεί ακόμα και σήμερα σε ορισμένα σημεία του πλανήτη, και την καπιταλιστική. Ο καπιταλισμός είναι προϊόν επαναστάσεων των ιδεών, της επιστήμης της κοινωνικής συγκρότησης, του κοινωνικού φαντασιακού. Δεν μπορεί παρά εγγενώς να είναι ένα σύστημα το οποίο γεννήθηκε στην ανισορροπία και παραμένει σε ανισορροπία. Και αυτό όχι γιατί η γενεσιουργός αιτία του καπιταλισμού ήταν η πολιτική επαναστατική σκέψη αλλά σε άλλους τομείς της ανθρώπινης δράσης, αλλά γιατί ο καπιταλισμός παράγει μια συνεχή επανάσταση της κοινωνικής συγκρότησης, του τρόπου ζωής, της ηθικής, της θρησκείας και της ιδεολογίας. Ο καπιταλισμός σήμερα ως επανάσταση έχει επεκταθεί στην αχανή και απρόβλεπτή Ασία και σείει τα θεμέλια της κυρίαρχης δυτικής καπιταλιστικής τάξης. Σε πρόσφατο άρθρο του ο Τούρκος δημοσιογράφος, Μουσταφά Ακυόλ, βασικός εκφραστής του Κόμματος Ειρήνης και Ανάπτυξης θεωρεί πως το μέλλον του Ισλάμ είναι η αποδοχή του καπιταλισμού από αυτό μια και το Κοράνιο είναι το μόνο ιερό βιβλίο το οποίο περιέχει στο μεγαλύτερο του κεφάλαιο τη σύναψη εμπορικών συμβολαίων. Ο Μωάμεθ άλλωστε ήταν έμπορος.
Ακόμη και η ουτοπία η πέραν του καπιταλισμού είναι σύλληψη του καπιταλισμού. Η επιζητούμενη ισορροπία των αγορών, της κοινωνίας, των όποιων εκφάνσεων της ανθρώπινης δραστηριότητας και λειτουργίας στον πλανήτη είναι μια θεωρητική συγκρότηση του δέοντος αλλά εγγενώς αυξάνει την εντροπία του συστήματος.
Στη σελίδα 350 υπάρχει μια θεμελιώδης παρατήρηση του συγγραφέα: « το ΧΠΣ είναι το τελευταίο βαγόνι ενός τραίνου το οποίο σύρεται από το βαγόνι του διεθνούς νομισματικού συστήματος το οποίο σύρεται από το βαγόνι της εφαρμοσμένης οικονομικής πολιτικής το οποίο σύρεται από το βαγόνι του επικρατούντος επιστημονικού προγράμματος του οποίου το βαγόνι έχει επιλεγεί εκ μέρους των κυριάρχων κυβερνήσεων των ανεπτυγμένων κρατών που αποτελούν την ατμομηχανή της όλης διαδικασίας».
Θα μπορούσα να παραμείνω αναλύοντας την παρατήρηση αυτή επί μακρόν. Το μόνο ερώτημα που θέτω είναι ποιο είναι το επικρατούν επιστημονικό πρόγραμμα σήμερα; Από ό,τι έχω διαβάσει τα τελευταία τέσσερα χρόνια υπάρχει μια έντονη διένεξη ανάμεσα στους οικονομικούς επιστήμονες για το ορθό ή μη-ορθό επιστημονικό πρόγραμμα και αν με ρωτήσετε με κάθε ειλικρίνεια θα σας απαντήσω «αυτό που δουλεύει». Κάποιοι θεωρητικοί έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα πως κομμάτια επιστημονικών προγραμμάτων σε συνδυασμό μπορούν να παράξουν τα απαιτούμενα αποτελέσματα. Μαζί με το ΧΠΣ σε κρίση παρατηρείται και μια κρίση στο πεδίο της οικονομικής επιστήμης η οποία γίνεται και εντονότερη, όσο τα προβλήματα συσσωρεύονται άλυτα.
Στην εισαγωγή του βιβλίου ο συγγραφέας λέει: «Το βιβλίο αυτό γράφτηκε για να επαναφέρει στην επιφάνεια μιαν άποψη που είχε τα τελευταία χρόνια ξεχαστεί κάτω από πλήθος ανιστόρητων και αβάσιμων αντιλήψεων …την άποψη που υποστηρίζει το απόλυτο εύθραυστο του ΧΠΣ και την εγγενή και απόλυτη αρπακτικότητα του».
Αναρωτήθηκα διαβάζοντας αυτήν την αποστροφή, ποιο σύστημα, εννοούμε ανθρώπινο, υπάρχει που δεν έχει εγγενή αρπακτικότητα. Από τα αρχαιότητα κείμενα όλων των πολιτισμών θα δούμε πως η αρπακτικότητα ή και η απληστία ήσαν εγγενείς αδυναμίες του ανθρώπου. Άρα και τα συστήματα τα οποία έχτισε και υπηρετεί ο ίδιος δεν μπορεί να είναι παρά αρπακτικά.
Ο Καστοριάδης αρκετά χρόνια πριν και ο καθηγητής Μελάς από τους έλληνες διανοητές σημειώνουν πως η ορθολογικότητα του συστήματος είναι μια αντίφαση. Και βέβαια έχουν δίκιο. Η ορθολογικότητα είναι ένα ζητούμενο και ταυτόχρονα μία μέθοδος. Μια πανάρχαια και απόλυτη θεμιτή προσπάθεια να περιγραφεί, δηλαδή να γίνει κατανοητός ο κόσμος, αρχής γενομένης από τον Παρμενίδη, τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη. Αν και οι αρχαίοι ημών πρόγονοι ήσαν πρωταθλητές σε αυτήν την προσπάθεια ούτε οι σύγχρονοί τους ούτε εμείς ακολουθήσαμε τις προσπάθειες τους. Θα έλεγα μάλιστα πως είμαστε το αντιπαράδειγμα.
Οι οικονομικές θεωρίες και οι κριτικές αναλύσεις του υπαρκτού κόσμου της οικονομικής δραστηριότητας του ανθρώπου δεν είναι παρά μια ματιά στη σύντομη ιστορία μας. Μια πολύ σύντομη και φευγαλέα ανάλυση με μικρό δείγμα του ανθρώπινου πολιτισμού. Είμαστε αιχμάλωτοι του παρελθόντος όσο και αν προσπαθούμε να φανούμε γενναίοι και αποφασιστικοί. Και αυτό όχι γιατί γνωρίζουμε το παρελθόν αλλά γιατί αυτό έχει συντελεστεί και έχουμε κατά κάποιο τρόπο επιζήσει. Το μέλλον είναι απόλυτα ανοιχτό και δεν περιγράφεται με απλό και εύκολο τρόπο.
Επανερχόμενος στο βιβλίο του Κ. Μελά θα πρέπει να πω πως όλες οι οικονομικές θεωρίες είναι εν μέρει χρήσιμες και εν μέρει καταστροφικές. Μελετώντας τις θεωρίες αυτές και το βιβλίο αυτό μπορούμε να συμπεράνουμε πως οι οικονομική επιστήμη είναι ακόμη σε στάδια αβεβαιότητας και αυτό γιατί καμιά θεωρεία δεν πρόλαβε ή μέχρι τώρα δεν έχει δώσει οριστική απάντηση στο σημερινό πρόβλημα και των ΧΠΚ και του δημόσιου χρέους. Ούτε οι αριθμοί ευημερούν, ούτε οι άνθρωποι.
Ο Κ. Μελάς έκανε μια μεγάλη προσπάθεια. Εργάστηκε σκληρά και η εργασία του είναι εμφανής. Τον θεωρώ χαλκέντερο με την κυριολεκτική έννοια του όρου. Στη σημερινή ζοφερή ελληνική κατάσταση, όταν ο καθένας έγινε οικονομολόγος και ειδικός αναλυτής των πάντων το βιβλίο αυτό μας δείχνει τι μπορεί να καταφέρει κανείς με σκληρή δουλειά και μελέτη σε αυτόν τον τόσο δύσβατο και ιδεολογικά φορτισμένο χώρο. Ο συγγραφέας έχει τις δικές του αξιολογικές προτιμήσεις, και κριτήρια, αυτό όμως δεν τον περιορίζει να μας παρουσιάσει αυτό το οποίο συμβαίνει και με περιγραφική και με κριτική ανάλυση. Αξίζει τον κόπο να κουραστούμε λίγο για να καταλάβουμε
Κλείνοντας θα ήθελα να σημειώσω πως μόλις στις 3/4/ οι Ρογγόφ και Ράινχαρτ, δύο από τους πλέον ειδικούς οικονομολόγους στον τομέα των κρίσεων και του δημοσίου χρέους σε άρθρο τους στο Μπλουμπεργκ επιβεβαιώνουν την ανάλυση του καθηγητή Μελά θεωρώντας πως η κρίση του ΧΠΣ σήμερα είναι βαθειά και θα έχει μακροχρόνια αρνητικά αποτελέσματα για τις οικονομίες της Δύσης αλλά και πέραν αυτών. Και οι δύο αυτοί οικονομολόγοι θέτουν το πρόβλημα των ΧΠ ιδρυμάτων στο κέντρο της κρίσης και της αντιμετώπισής της όπως ακριβώς έκανε σε αυτό το βιβλίο ο Κώστας Μελάς.
Νικόλαος Α. Μπινιάρης. Συγγραφέας . Βιβλιοπωλείο ΧΑΡΤΑ/Βόλος 06/04/2102.